Δωρική γραφή. Πηγή: http://paterikos.blogspot.gr/2011_04_28_archive.html
Το τέλος της προϊστορίας και η αρχή της ιστορίας των Ελλήνων
γίνεται με την εμφάνιση της γραφής γύρω στο 1600, την Μυκηναϊκή εποχή. Αυτή η
πρώιμη γραφή χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για διοικητικούς σκοπούς στα ανάκτορα
της Κρήτης και της μυκηναϊκής Ελλάδας (Κνωσός, Μυκήνες, Τίρυθνα, Πύλος, Θήβα,
Μέγαρα). Ήταν διοικητικές πράξεις και οικονομικές συναλλαγές που καταγράφονταν
σε πήλινες πινακίδες και φυλάσσονταν σε ειδικά αρχεία. Πέραν των ανακτόρων, λίγες
και μεμονωμένες επιγραφές Γραμμικής Β έχουν βρεθεί πάνω σε αγγεία και λίθινα
αντικείμενα.
Με την ώριμη εμφάνιση της γραφής, γύρω στο 800 π.Χ. (αυτή
τη φορά με την μορφή του αλφαβήτου), τους παρουσιάστηκε η ευκαιρία να
γράψουν τα γεγονότα για να γνωρίσουν το παρελθόν οι μελλοντικές γενιές. Πριν
από αυτήν οι Έλληνες μεταβίβαζαν προφορικά από γενιά σε γενιά μυθικά ή
πραγματικά γεγονότα.
Η διάδοση της γραφής στις διάφορες περιοχές της
Ελλάδας είχε βέβαια ως αποτέλεσμα την εμφάνιση τοπικών αλφαβήτων, που
ανταποκρίνονταν στις φωνητικές ανάγκες των κατά τόπους διαλέκτων,
ιδιομορφίες της προφοράς, κτλ. Αυτού του είδους τα ‘’επιχώρια αλφάβητα’’ αναπτύχθηκαν
ήδη από τον 8ο αι. π.Χ. και παρέμειναν σε χρήση για πολλούς αιώνες. Συνήθως, υιοθετούνταν
και από τις αποικίες της κάθε πόλης. Τα ‘’επιχώρια αλφάβητα’’ μπορούν σήμερα να
διακριθούν μεταξύ τους και να μελετηθούν μέσω των διαφορών που παρουσιάζουν στο
σχήμα και τη χρήση συγκεκριμένων γραμμάτων σαν παράδειγμα η Δωρική γραφή και
ιδιαίτερα η Μεγαρική φάρσα που επηρέασε την Ιωνική Αθηναϊκή γραφή.
Η Δωρική μιλιόταν στο μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου,
στη Μεγαρίδα, στα νησιά του νοτίου Αιγαίου, στη μικρασιατική ακτή της Καρίας, στις
αποικίες των Μεγαρέων στη Μαύρη Θάλασσα, στις δυτικές δωρικές αποικίες της
Σικελίας και της Νότιας Ιταλίας. Έτσι φανερώνεται η έντονη συμβολή στην Ιωνική γραφή που
δημιουργήθηκε στην Αθήνα, που ήταν η προσχώρηση της Δωρικής κωμωδίας.
Η εύρεση της κωμωδίας προέρχεται από τους Δωριείς:
Σπάρτη, Μέγαρα, Κάτω Ιταλία. Όμως οι Αθηναίοι κωμωδιογράφοι αφομοίωσαν σαφέστατα
την Μεγαρική φάρσα από τον Σουσαρίωνα. Ο Μεγαρέας Σουσαρίων φαίνεται ότι
περισυνέλεξε από τις Μεγαρικές εορτές και τις αγορές την αυτοσχεδιαστική και
χονδροειδή Μεγαρική φάρσα και την ύψωσε ‘’πολλά προσφιλοτεχνήσας’’ σε αυτόνομο
λογοτεχνικό είδος. Η γραφή και η γλώσσα αυτή, της Μεγαρικής φάρσας, παρουσίαζε
σε σχέση με τα δωρικά της υπόλοιπης Ελλάδας ορισμένες ιδιοτυπίες, γενικά όμως
απέφευγε τους αρχαϊσμούς και έρεπε προς την απλοποίηση. Έτσι υιοθετώντας τη Μεγαρική
φάρσα οι Αθηναίοι, μπόρεσαν να δαμάσουν, την Ιωνική διάλεκτο και να
εκμεταλλευτούν τη μουσικότητα των λέξεων καθώς αυτή απεκάλυψε ‘’λαϊκά’’ αισθήματα
σαγηνεύοντας το πνεύμα των περισσότερων ανθρώπων.
Η Μεγαρική φάρσα δεν υπακούει σε αυστηρούς μορφικούς
κανόνες, αλλά και η στάση της έναντι της Ιωνικής γλώσσας ήταν αυθάδης: συστέλλοντας
ή διαστέλλοντας το σημασιολογικό εύρος των λέξεων, επινοούσε αλλόκοτες
ονοματοποιίες, αρέσκονταν σε εκφραστικούς πρωτογονισμούς (μετωνυμίες,
μεταφορές), ανέσυρε από τη λήθη αραχνιασμένα
λεξίδια, υπονόμευε τις παγιωμένες συντακτικές δομές, μεταλλάσσε ακόμη και την
τυπολογία.
Έτσι, η γλώσσα της αττικής ‘’Ιωνικής’’ κωμωδίας, πλέον ελάχιστα διαφοροποιείται από την καθομιλουμένη της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Καθώς το έργο του Αριστοφάνη και των άλλων κωμωδιογράφων βρίθει από κακέμφατα, βρισιές όπως: (έρρε ές κόρακας), αγοραίες εκφράσεις: (ουδέ γρύ), υποκοριστικά: (πυγίδιον), μεγεθυντικά: -όλα εκείνα τα ηδύσματα του λόγου που προκαλούν αμηχανία στους γραμματοδιδασκάλους και στους εκπροσώπους των αρχών. Συχνότατα επίσης η κωμωδία εκμεταλλεύεται στο έπακρον τις ιδιοτυπίες των άλλων διαλέκτων και τα αξιοθρήνητα ‘’ελληνικούλια’’ βαρβάρων και δούλων. Κορύφωση της αριστοφάνειας λογοπλασίας αποτέλεσαν οι λέξεις-σαρανταποδαρούσες, οι ονοματοποιίες (βρεκεκεκέξ κοάξ κοάξ) και τα γλωσσικά τερατουργήματα του τύπου: πομφολυγοπάφλασμα!
Έτσι, η γλώσσα της αττικής ‘’Ιωνικής’’ κωμωδίας, πλέον ελάχιστα διαφοροποιείται από την καθομιλουμένη της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Καθώς το έργο του Αριστοφάνη και των άλλων κωμωδιογράφων βρίθει από κακέμφατα, βρισιές όπως: (έρρε ές κόρακας), αγοραίες εκφράσεις: (ουδέ γρύ), υποκοριστικά: (πυγίδιον), μεγεθυντικά: -όλα εκείνα τα ηδύσματα του λόγου που προκαλούν αμηχανία στους γραμματοδιδασκάλους και στους εκπροσώπους των αρχών. Συχνότατα επίσης η κωμωδία εκμεταλλεύεται στο έπακρον τις ιδιοτυπίες των άλλων διαλέκτων και τα αξιοθρήνητα ‘’ελληνικούλια’’ βαρβάρων και δούλων. Κορύφωση της αριστοφάνειας λογοπλασίας αποτέλεσαν οι λέξεις-σαρανταποδαρούσες, οι ονοματοποιίες (βρεκεκεκέξ κοάξ κοάξ) και τα γλωσσικά τερατουργήματα του τύπου: πομφολυγοπάφλασμα!
Οι κωμικοί ποιητές της Αθήνας χρησιμοποίησαν κατά κόρον
την Μεγαρική Φάρσα, αλλά όταν αναφέρονται, και αναφέρονται (αρκετές φορές σε αυτήν),
είναι με περιφρόνηση. Δείχνουν δηλαδή να
την περιφρονούν για το φτηνό χιούμορ και
τα χοντρά αστεία.
Από τα έργα τους, όμως, τα θέματα και τα μοτίβα, διαπιστώνουμε πως αυτά τα ίδια θέματα της Μεγαρικής κωμωδίας -φάρσας, τα χρησιμοποιούν σχεδόν σε όλες τις Αττικές κωμωδίες.
Χαρακτηριστικά θέματα της Μεγαρικής φάρσας ήταν οι δούλοι
οι οποίοι πετούσαν καρύδια είτε φαγώσιμα
στους θεατές (προφανώς κάτι ανάλογο γινόταν στις αρχαίες εορτές των Μεγάρων, στις
Μεγαρικές κώμες για να ευχαριστήσουν τα
πλήθη). Και, ο πεινασμένος Ηρακλής που χάνει το δείπνο του. Και αυτά τα δύο
Μεγαρικά -θέματα μοτίβα απαντιόνται στην Αττική κωμωδία…
Όμως η χρήση πολλών διαφορετικών αλφαβήτων, γεννούσε
προβλήματα στις συναλλαγές και τις επίσημες επικοινωνίες. Ήδη από τα μέσα του
5ου αι. π.Χ. έγινε αισθητή η ανάγκη υιοθέτησης ενός κοινού αλφαβήτου. Ως πλέον
ενδεδειγμένο θεωρήθηκε το Ιωνικό αλφάβητο, που περιλάμβανε σύμβολα για όλα τα
φωνήεντα καθώς και για τα διπλά σύμφωνα Ξ και Ψ. Το Ιωνικό αλφάβητο και η
τροποποιημένη (από την Μεγαρική φάρσα) γραφή υιοθετήθηκε τελικά στην Αθήνα το
403 π.Χ. για να ακολουθήσουν πολλές ελληνικές πόλεις κατά τη διάρκεια του 4ου
αι. π.Χ.
Συνεχίζεται...
Μερική αναφορά:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου