Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Αρουσάλια ή Ρουσάλια


Τα  Rosalia ή Rosaria ήταν ειδωλολατρική γιορτή των αρχαίων για τη λατρεία των νεκρών. Γινόταν την εποχή που υπάρχουν άφθονα τριαντάφυλλα, τον Μάιο, Ιούνιο. Η λέξη Rosalia προέρχεται από τη λατινική λέξη  Rosa, που σημαίνει ρόδο, τριαντάφυλλο. Οι αρχαίοι  πήγαιναν στα νεκροταφεία, στόλιζαν τα μνήματα με πολλά τριαντάφυλλα, έκαναν τελετές για τους νεκρούς και θυσίαζαν ζώα. Μετά τις νεκρικές τελετές και τις θυσίες ακολουθούσαν διασκεδάσεις και ευωχίες.
Στα χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τα Rosalia μεταφέρθη­καν  στη Βαλκανική και τη Μικρά Ασία. Οι Ελληνικοί και Ελληνόφωνοι πληθυσμοί εξελλήνισαν τη λατινική λέξη Rosalia με την ελληνική Ρουσάλια είτε Αρουσάλια. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού η γιορτή αυτή εκχριστιανίστηκε, και διατηρήθηκε στους Βυζαντινούς που επισκέπτονταν τα μνήματα με φαγητά και μοιρολόγια. Το έθιμο τούτο έφθασε ως και τις ημέρες μας με κάποιες τοπικές παραλλαγές από τόπο σε τόπο. Π.χ. Στην Αυλώνα Αττικής, στο Άνω Δώριο (Σουλίμα) Μεσσηνίας και αλλού γιορτάζουν τα Ρουσάλια ή Αρουσάλια το ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής πάνω στα μνήματα με τον εξής θρήνο.
 ‘’ Όλα τα Σάββατα να  ‘ρθουν, να  ‘ρθουν και να ματάρθουν
 Το Σάββατο τ’ Αρουσαλιού να μην ξαναγυρίσει…’’
Καθώς με αυτό το μοιρολόγι εκφράζει ο λαός μας την οδύνη των ψυχών των νεκρών, που ελεύθερες μετά την Ανάσταση να περιφέρονται στον απάνω κόσμο για πενήντα ημέρες, είναι υποχρεωμένες να επιστρέψουν στον Άδη το Σάββατο τ΄ Αρουσαλιού.  
Στο Αγρίνιο και αλλού γιορτάζουν την Δευτέρα του Πάσχα, είτε Ασπροδευτέρα ή Λαμπροδευτέρα  κλπ. τα Ρουσάλια. Έτσι μετά τη θεία λειτουργία και την καθιερωμένη επίσκεψη στα μνήματα των νεκρών της οικογένειας, γίνεται χορός μεγάλος από νέους άνδρες στους δρόμους των πόλεων, με όλη την ιεροπρέπεια των τελετών της αναστημένης φύσης (κυκλικό χορό, έντονα μουσικά όργανα κ.τ.λ.). Οι νέοι κρατούν ένα ψηλό κοντάρι με άσπρο πανί και στολισμένο με λουλούδια (ένδειξη της αναγεννημένης φύσης) καθώς από πόρτα σε πόρτα τραγουδούν και χορεύουν τα Ρουσάλια.

Καλώς σ’ έβραμε αφέντη, άρχοντά μου και λεβέντη
Να στα πούμε τα Ρουσάλια, πέστε τα ρε παλικάρια
Να στα πούμε σένα πρώτα, που σε βρήκαμε στην πόρτα
Και ξιστέρου της κυράς μας και της ρουσοπέρδικάς μας
Κάτω σ’ ένα περιβόλι, δάφνη και μηλιά μαλώνει
Δάφνης πήρα εγώ κλωνάρι, να με πάρει το ποτάμι
Να με πάει δύση-δύση, κάτω στη γιαλέρνια βρύση
Όπου πλένουν οβριοπούλες, σκαματίζουν (σαπουνίζουν)τουρκοπούλες
Βάλε το δεξί σου χέρι, μες στην αργυρή σου τσέπη
Βγάλε το εικοσιπεντάρι, δος το του σαχανατάρη
Να σας πούμε Χριστός Ανέστη, που ετάφη και ανέστη.

Ενώ στα Μέγαρα τη Δευτέρα της Λαμπρής, ομάδες από νέους γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας και χορεύοντας κυκλικά. Ο πρώτος του χορού κρατά ένα κοντάρι με λουλουδένιο σταυρό στην κορυφή. Κάτω από το σταυρό υπάρχει ένα μεταξωτό μαντίλι (καλαμάτα) αντί για σημαία. Ο τελευταίος του χορού κρατά ένα καλάθι ‘’το καρτάλι’’. Οι νοικοκυρές δίνουν στον τελευταίο, κόκκινα αυγά, γλυκά, χρήματα κ.α. Αυτός που κρατά το καλάθι λέγεται ‘’σαχανατάρης’’ (ταμίας). Το Μεγαρίτικο αυτό έθιμο για πρώτη φορά καταγράφηκε/ηχογραφήθηκε  από Μεγαρείς σε Αθηναϊκό θέατρο το 1930.
Έτσι τα Μαγαρίτικα Ρουσάλια κατατάσσονται στα «αργύτικα άσματα», δηλαδή στα τραγούδια που ακούγονταν σε συγκεκριμένες μέρες από σπίτι σε σπίτι, από ομάδες νέων ή παιδιών, με σκοπό το φιλοδώρημα σε χρήμα ή είδος. Και οι Μεγαρείς αφιέρωναν , στα προεπαναστατικά χρόνια, τα κέρδη τους  απ’ τα Ρουσάλια στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας απ’ τους τούρκους.
Η Μεγαρική παραλλαγή για τα Ρουσάλια είναι που τραγουδιούνται σε ρυθμό 2/4 και χορεύονται με απλά πλάγια βήματα συρτού χορού στα τρία.

Τα Ρουσάλια όπως τραγουδιούνται στα Μέγαρα.
Να στα πούμε τα Ρουσάλια
πέστε τα βρε παλληκάρια 
να στα πούμε σένα πρώτα 
που σε ηύραμε στην πώρτα
τσαι έξ υστέρου τις τσυρά μας
τσαι της ρούσοπέρδικάς μας.
Κάτω σ’ ένα περιβόλι
δάφνη και μηλιά μαλώνει.
δαφνης πήρα ‘γω κλωνάρι 
να το πάρει το ποτάμι,
να με πάει δύση-δύση 
κάτω στη γυαλένια βρύση
όπου πλένουν Όβροπούλες
σκάματίζουν Τούρκοπούλες.
Πάνω κάτω η τσυρά μας
να μας δώσεις τον παρά μας.
Βάλ’ το δεξί σου χέρι 
μες την αργυρή σου τσέπη,
βγάλτοτο κοσιπεντάρι
δώσ’το του σαχανατάρη,
να μας πει Χριστός Ανέστη
που ετάφει τσαι Ανέστει
να σας πούμε πόλους χρόνους
και εύτύχισμένους όλους.


                                            Πηγή εικόνας:Απ’ το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο της Μέλπως Μερλιέ"Μεγαρίτες ψάλτες/τραγουδιστές της ηχογράφησης του Μ.Λ.Α.: Δημήτριος Καρώνης (2ος από αριστερά) & Δημήτριος Παπαποστόλης (3ος από αριστερά) - Ηχογράφηση 1930"





Η Λάμια των δυτικών Γερανείων Όρεων. (παλιός Μεγαρικός θρύλος).



Η Λάμια στη σύγχρονη ελληνική λαϊκή παράδοση έχει επικρατήσει να εμφανίζεται στους ανθρώπους, σαν μια πανέμορφη κόρη, ενώ στη πραγματικότητα ( η λαϊκή διδαχή τη θέλει ) να είναι τερατώδες φάντασμα.
Στην ελληνική μυθολογία όμως, η Λάμια ήταν βασίλισσα της Λιβύης που έγινε δαίμονας. Παίρνοντας τη μορφή δαιμονικού, άρπαζε παιδιά και τα καταβρόχθιζε.
Η Λάμια ήταν κόρη του θεού Ποσειδώνα και της Λιβύης. Η ίδια ήταν βασίλισσα της Λιβύης και σύζυγος του Βήλου. Την αγάπησε ο Δίας και από την ένωση τους γεννήθηκαν πολλά παιδιά τα οποία σκότωσε η Ήρα από τη ζήλια της. Η Λάμια από τη στενοχώρια της μεταμορφώθηκε σε τέρας που σκότωνε παιδιά. Η Ήρα τότε την καταδίκασε να μην κοιμάται ποτέ, ο Δίας όμως την λυπήθηκε και της έδωσε την δυνατότητα να βγάζει τα μάτια της και να τα ξαναβάζει όποτε θελήσει. Κατά τον Στησιχόρο από τα παιδιά της επέζησαν μόνο η Σκύλλα και ο Τρίτωνας.
Ξακουστά απ’ την αρχαιότητα για τη σημαντική και πολιτιστική τους δραστηριότητα, τα Μέγαρα έχουν μία τεράστια λαογραφική κληρονομιά να επιδείξουν. Σε αντίθεση με το ότι η Αττική έχει κατ’ εξοχήν αρβανιτοχώρια η πόλη των Μεγάρων έχει διατηρήσει ακέραια την προαιώνια ελληνική της καταγωγή (1η).
Στη περιοχή του Μαζίου, πολίχνη δυτικά των Μεγάρων, – κοντά στη θρυλική πια κατάρα του Δεσπότη- υπάρχει στη λαϊκή παράδοση του Μεγαρικού τόπου και η ιστόρηση της μεγάλης Λάμιας.
Τότε που οι άνθρωποι ήταν πιο αγνοί, έβλεπαν στο Μάζι μια μεγάλη Λάμια, η οποία ήταν ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής. Από το Ντουράκο, το Παλιοχώρι, το Χάνι, τη Μούρτιζα έως και τον Αέρα (περιοχή σε αρκετό υψόμετρο των Γερανείων), ήταν τα λημέρια της. Συνήθως εμφανιζόταν στα δίστρατα και τα τρίστρατα. Σε αυτήν δε απέδιδαν πολλές ζημιές που συνέβαιναν στους ανθρώπους όπως: ότι τους έσβηνε τη φωτιά απ’ το τζάκι, τους έβρεχε τη μπαρούτι, τους έριχνε τα τενεκεδάκια που προσάρμοζαν στα πεύκα για το ρετσίνι, πείραζε τα γκαστρωμένα ζώα και γεννούσαν νεκρά, είτε απέβαλαν το κύημα κτλ.
Κάποτε μια κοπέλα που έβοσκε τα πρόβατά της κι ήταν βαριά χειμωνιάτικη ημέρα, είδε μια πανέμορφη κοπέλα που φορούσε ένα ελαφρύ μεταξωτό φόρεμα. Η βοσκοπούλα τη πλησίασε να τη βοηθήσει και τη κάλεσε στο κονάκι της για να ζεσταθεί. Καθώς πήγαιναν στο κονάκι η Λάμια προκαλούσε συνεχώς τη βοσκοπούλα να βγάλει τη κάπα της, κάτι που φυσικά εκείνη δεν έκανε. Όταν τέλος κοντόφθασαν στο κονάκι, η Λάμια εξαφανίστηκε λέγοντας: ‘’Φεύγω, αφού δεν κατάφερα να κάνεις αυτό που θέλω’’. Η βοσκοπούλα τότε συνειδητοποίησε το ότι η πανέμορφη κοπέλα ήταν η Λάμια, καθώς σκέφτηκε πως κάτω απ’ τη κάπα της ήταν ζωσμένη με φυσίγγια που η Λάμια ήθελε να καταστρέψει τη μπαρούτι. Κάποιο βράδυ ένας θαρραλέος κάτοικος του Μαζίου κατάφερε και την πυροβόλησε με το αριστερό το χέρι. Η Λάμια πέφτοντας κάτω φώναζε: ‘’ Ωχ! με λάβωσε’’. Το επόμενο πρωί που πήγαν στο σημείο του πυροβολισμού, η Λάμια είχε εξαφανιστεί , ενώ σταλαγματιές από αίμα κείτονταν στο χώμα κατά μήκος της κεντρικής στράτας που πιθανών διέφυγε πληγωμένη. Έκτοτε, οι κάτοικοι έλεγαν ότι σε κάποια αλώνια που έφτιαχναν κάρβουνα και που τα ονόμαζαν ‘’καρβουνίστρες’’, άκουγαν συχνά ουρλιαχτά και φωνές. Πίστευαν λοιπόν ότι αυτά τα απόκοσμα ακούσματα ήταν μνήμες του σκοτωμού της μεγάλης Λάμιας.
(Απ’ το βιβλίο του Μενέλαου Γ. Τσικλίδη: ΑΤΤΙΚΗ Η ΜΑΓΙΚΗ ΓΗ – ΘΡΥΛΟΙ- ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ- ΜΥΣΤΗΡΙΑ- τόμος Β’. Αθήνα 1999. Σελ. 83-85).

Σημείωση:
(1η ) Ο Αμερικάνος πρόξενος G. A. Perdicaris το 1845 μας αφήνει μια  περιγραφή για την ελληνικότατη καταγωγή των Μεγαρέων. Βιβλίο: The Greece of the Greeks, V2 ,σελ. 15.
‘’Ενδιαφερόμαστε περισσότερο για την τύχη των Μεγαρέων, καθώς οι κάτοικοι των Μεγάρων, αντίθετα με αυτούς που κατοικούν στα χωριά της Αττικής, είναι ελληνικής καταγωγής. Τα σπίτια τους δεν μοιάζουν με αυτά των Αρβανιτών, και διαφέρουν τόσο στους τρόπους και την εμφάνιση όσο και στη γλώσσα τους. Οι άνδρες είναι αξιοσημείωτοι για την ευγενή και γεμάτη χάρη εμφάνιση τους, ενώ οι γυναίκες, αν και θέλουν εκπαίδευση για να γίνουν κυρίες της αυλής του Όθωνα, έχουν τα τέλεια χαρακτηριστικά και το “καθυποταγμένο αέρα” που παρατηρούμε σε κάποια μνημειώδη ανάγλυφα. Οι ευγενείς τους μορφές, οι καλές αναλογίες τους, και τα μεγάλα μαύρα μάτια τους αξίζουν την μελέτη του καλλιτέχνη’’.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

ΔΕΚΑ ΠΑΛΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΦΟΡΕΣΙΕΣ




                                     Photo B/W photo of two old women with local costumes from Megara, Greece


ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 1966 ΣΤΑ ΜΕΓΑΡΑ

Postcard Tinted photo of women dancing "Trata" with local costumes from Megara, Greece. Creator: Librairie de l' "Hestia"

                                           Greece girl in ethnic Megara costume antique art photo

Photo Megara, Greece B/W photo of men in fustanela costumes dancing. Inscription: "Ηθογραφικά (ελληνικά)". 1930

                              Photo B/W photo of a woman with local costume from Megara, Greece.

Photo B/W photo of a woman with local costume from Megara. Inscription: "Σύζυγος Γεωργίου Παπασωτηρίου". 1900-1910

Photo B/W photo of women with local costumes from Megara, dancing the "Trata". Megara, Greece

Photo B/W photo of a woman with local costume from Megara, Greece. Inscriptions: "Π. ΜΩΡΑΪΤΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ", "P.MORAITES & Co".. 1880-1900

                             Woman wearing a traditional costume from Megara Greece. late 19th




 Οι φωτογραφίες έχουν πηγή:  https://www.pinterest.com/pin/354165958178600093/   , και προέρχονται από το ηλεκτρονικό μπλοκ της ψηφιακής βιβλιοθήκης : 

Europeana Collections


Η Europeana ή Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη άνοιξε τις πύλες της στο κοινό στις 20 Νοεμβρίου 2008
Η ευρωπαϊκή ψηφιακή βιβλιοθήκη δίνει πρόσβαση σε δύο εκατομμύρια βιβλία, χάρτες, ηχογραφήσεις, φωτογραφίες, αρχειακά έγγραφα, πίνακες και ταινίες, υλικά προερχόμενα από εθνικές βιβλιοθήκες και πολιτιστικά ιδρύματα των 27 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η e-βιβλιοθήκη, είναι διαθέσιμη και στα ελληνικά, προσφέρει πρόσβαση σε δύο εκατομμύρια ψηφιοποιημένα βιβλία και άλλα έργα της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, με την προοπτική να είχε φτάσει τα δέκα εκατομμύρια έως το 2010.







Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

ΕΞΥΜΝΩΝΤΑΣ ΤΑ ΜΕΓΑΡΑ ( Προσωπικότητες της Δυτικής Αττικής στην Αρχαιότητα)




Η πόλις των Μεγάρων τα κλασικά χρόνια


Προσωπικότητες της Δυτικής Αττικής στην Αρχαιότητα. 
Η ιστορική λάμψη της Δυτικής Αττικής σχετίζεται με τα Μέγαρα. Σπουδαίοι καλλιτέχνες, άνθρωποι των γραμμάτων και φιλόσοφοι λάμπρυναν με τις επιδόσεις τους την πόλη των Μεγάρων και της χάρισαν μια τιμητική θέση ανάμεσα στις ένδοξες πόλεις του αρχαίου πολιτισμού.
Τα Μέγαρα επέδειξαν πολιτισμό και κόσμησαν την ιστορία με την προσφορά σημαντικών προσωπικοτήτων σε όλους τους τομείς των πολιτιστικών επιδόσεων και σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Μια εξέχουσα μορφή για τα Μέγαρα είναι η μορφή του Θεόγνιδος.
Ο Θέογνις ανήκει στην αριστοκρατική τάξη των Μεγάρων και παρακολουθεί την αποδυνάμωση και την πτώση της κοινωνίας των ευγενών. Εξορίζεται στην Σικελία και αργότερα επανέρχεται στα Μέγαρα. Έχουν διασωθεί 1400 περίπου στίχοι σε ελεγειακό μέτρο, δίστιχα ή μικρές ελεγείες που δεν ξεπερνούν τους δώδεκα στίχους. Μεγάλη πολιτιστική άνθιση σημειώνεται μεταξύ του 7ου και 5ου αιώνα. Κατά την περίοδο αυτή αναδεικνύεται προστάτης των τεχνών και του πολιτισμού ο άρχων Θεαγένης (630-600π.Χ.) και κατά τα έτη 460-380π.Χ. έζησε και έδρασε ο αγαλματοποιός Θεόκοσμος. Δικό του έργο είναι το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία που φιλοτεχνήθηκε για το ιερό του Δία στα Μέγαρα με καταπληκτική ομοιότητα με το άγαλμα του Φειδία στην Ολυμπία. Πάνω από την κεφαλή του Δία φιλοτεχνήθηκαν οι Μοίρες και οι Ώρες. Εντυπωσιακός φαίνεται ο συνδυασμός χρυσού, ελεφαντοστού, πλαστικού και πηλού για την κατασκευή του. Ως έργα του φέρονται επίσης και η παράσταση του ένθρονου Δία στην όψη του μεγαρικού νομίσματος και το άγαλμα του Έρμωνος, κυβερνήτη της ναυαρχίδας του Λυσάνδρου, το οποίο 12 φιλοτεχνήθηκε μετά το 405 π.Χ.  και αποτελούσε μέρος της αφιερωτικής προσφοράς των Σπαρτιατών στο ιερό των Δελφών για την νίκη τους στους Αιγός ποταμούς. Γιος του Θεόκοσμου είναι ο επίσης αγαλματοποιός Καλλικλής ο Μεγαρεύς (440-370 π.Χ.), του οποίου η καλλιτεχνική δραστηριότητα συμπίπτει με τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ. Σε αυτόν αποδίδονται δύο αγάλματα Ολυμπιονικών, του Διαγόρα του Ρόδιου, νικητή στην πυγμαχία το 464π.Χ. και του Γνάθωνα, νικητή στην πυγμαχία των εφήβων 440-420π.Χ.
Από τον Πλίνιο, τον ιστορικό, αποδίδονται σε αυτόν και αγάλματα διαφόρων φιλοσόφων . Γιος επίσης του Ναυστρόφου του Μεγαρέως, ο Ευπαλίνος ο Μεγαρεύς φέρεται κατά τον Ηρόδοτο δημιουργός της σήραγγας του υδραγωγείου της Σάμου του "αμφιστόμου ορύγματος", ευρήματα του οποίου ανακαλύφθηκαν και μελετήθηκαν κατά το 1882. Το έργο αυτό χρονολογείται στα 550 π.Χ. επί τυραννίας του Πολυκράτη. Η κατασκευή του διήρκεσε δέκα χρόνια και χρησιμοποιήθηκαν για αυτή λέσβιοι αιχμάλωτοι. Εγγονός του Θεόκοσμου και γιος του Καλλικράτη φέρεται ο γλύπτης Απελλάς ο Μεγαρεύς. Έργο του ήταν αφιερωμένο στο ιερό της Ολυμπίας. Πρόκειται για το τιμητικό τέθριππο της Κυνίσκας, αδερφής του Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησιλάου και νικήτριας στην αρματοδρομία με τέθριππο, που ανάγεται στον 4ο αιώνα π.Χ. Έργο του επίσης θεωρείται η απεικόνιση των αλόγων της Κυνίσκας. Τα έργα αυτά καθίστανται ιδιαιτέρως σημαντικά γιατί η αρματοδρομία, ένα κατεξοχήν ανδρικό άθλημα, επιτρέπει στις Ολυμπιάδες τη συμμετοχή και των γυναικών. Στο Διογένη τον Λαέρτιο αναφέρεται ο Αρτεμίδωρος ο Διαλεκτικός ή φιλόσοφος της Μεγαρικής Σχολής και  γραφέας συγγράμματος, που καταφέρεται εναντίον του Χρυσίππου . Ο Διευχίδας ο Μεγαρεύς, είναι συγγραφέας του τετάρτου αιώνα π.Χ. των Μεγαρικών, τα οποία αρχίζουν με τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα. Πρόκειται για την ιστορία των Μεγάρων, η οποία αποτελείται από πέντε βιβλία, με έντονο αντιαττικό πνεύμα. Η ιστορία αυτή εγράφη κατά το 380π.Χ. 4 και δεν σώθηκε. Λίγο αργότερα από τον Διευχίδα έζησε κατά τον Πλούταρχο ο ιστορικός συγγραφεύς Ηρέας ή Ηραγόρας . Προσπάθησε να συγκεντρώσει τα σωζόμενα έργα των Μεγαρικών και εξέδωσε τα "Μεγαρικά". Το έργο αυτό χάθηκε και ελάχιστα αποσπάσματα σώζονται σε διάφορους σχολιαστές. Οι φιλόσοφοι της Μεγαρικής Σχολής ονομάστηκαν Μεγαρικοί. Πληροφορίες για τη Μεγαρική Σχολή αντλούμε από το λεξικό του Σουίδα και από κάποιο φιλόσοφο εκ Μεσσήνης, τον Αριστοκλή. Από την ιστορία του Αριστοκλή για την Μεγαρική και άλλες φιλοσοφικές σχολές μας διέσωσε αρκετά αποσπάσματα ο επίσκοπος Καισαρείας και ιστορικός Ευσέβειος στο έργο του "Ευαγγελική Προπαρασκευή". Ένας από τους παλαιότερους μαθητές του Σωκράτη ήταν ο Ευκλείδης (440-370π.Χ.). Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι ο Ευκλείδης μετά το απαγορευτικό μεγαρικό ψήφισμα του έτους 432-431 π.Χ. που απαγόρευε στους Μεγαρείς να εισέρχονται στην Αθήνα, εισήρχετο νύχτα στην Αθήνα ενδεδυμένος ως γυνή και έτσι συναντούσε τον Σωκράτη. Ο Ευκλείδης, μελετητής της διαλεκτικής και γνώστης της Ελεατικής Σχολής, ίδρυσε τη σχολή του στα Μέγαρα, όπου συνδύαζε τις αρχές της ελεατικής φιλοσοφίας με την σωκρατική φιλοσοφία. Για την ευκλείδια φιλοσοφία ύψιστο αγαθό είναι το αγαθό με το οποίο Θεοί, Νους, Σοφία ταυτίζονται, ενώ ανύπαρκτο είναι το κακό. Στη Μεγαρική Σχολή ανήκε και ο εκ Μιλήτου καταγόμενος φιλόσοφος Ευβουλίδης (400-325π.Χ), ο οποίος διεδέχθη τον Ευκλείδη. Με την επιρροή του η φιλοσοφία της Μεγαρικής Σχολής διαμορφώθηκε σε μία εριστική φιλοσοφία, η οποία ετοίμαζε διάφορα επιχειρήματα για να ανασκευάσουν κάποια άποψη με την επαναφορά στο παράλογο. Τέταρτος στη διαδοχή εκ των αρχηγών της Σχολής ήταν ο Διόδωρος ο Κρόνος (300 π.Χ.), ο οποίος καταγόταν από την Ιασό στην Μ.Ασία. Κατά τον Κικέρωνα ο Διόδωρος ανέπτυξε πλήρως την φιλοσοφία των Μεγαρικών. Δική του είναι η άποψη ότι ο χώρος είναι αδιαίρετος και ότι η κίνηση μέσα σε αυτόν είναι αδύνατη. Καταγόμενος επίσης εκ Μεγάρων και γιος του Ευκλείδη ή του Θρασύμαχου του εκ της Κορίνθου είναι ο Στίλπων (380-300).
Ιδιαιτέρως ενθάρρυνε τη σχολή και τη φήμη της και υπήρξε εκείνος εκ του οποίου διδάχθηκε την διαλεκτική ο Ελεάτης φιλόσοφος Ζήνων. Στον Διογένη το Λαέρτιο αναφέρονται ως διάλογοι του Στίλπωνα οι εξής διάλογοι: Μόσχος, Αρίστιππος, Καλλίας, Πτολεμαίος, Χαιρεκράτης, Μητροκλής, Αναξιμένης, Επιγένης, προς την εαυτού θυγατέρα και Αριστοτέλης. Κανένας από τους 20 διαλόγους του δεν διασώθηκε. Κατά τον Στίλπωνα ο άνθρωπος οφείλει να νικά το κακό και να μην επηρεάζεται από αυτό. Ο Κλεινόμαχος (4ος αιώνας π.Χ.) καταγόταν από την πόλη της Βοιωτίας Θούριον και ήταν ο πρώτος ο οποίος συνέθεσε ειδικές πραγματείες για τις θεμελιώδεις αρχές της διαλεκτικής, με τίτλο Περί Αξιωμάτων και Κατηγορημάτων. Μαθητής του αναφέρεται ο Βρύσων. Στον 3ο αιώνα έζησε επίσης ο Αρτεμίδωρος. Επίσης τον 4ο αιώνα και μαθητής του Σωκράτη σημειώνεται ο μεγαρικός Τεργίων. Στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. σύγχρονος του στωικού φιλόσοφου Ζήνωνα ήταν ο μεγαρικός και διαλεκτικός φιλόσοφος Αλεξίνος. Η απόπειρά του να ιδρύσει στην Ολυμπία της Ηλείας φιλοσοφική ολυμπιακή σχολή απέτυχε. Από τον Κικέρωνα πληροφορούμεθα ότι ο Αλεξίνος είχε ενασχοληθεί με θέματα της σοφιστικής. Πέθανε από ένα τραυματισμό, καθώς κολυμπούσε στον Αλφειό Ποταμό. Στην ώριμη κλασσική γλυπτική του μισού του 5 ου αιώνα π.Χ. ανήκει μια μορφή της Δυτικής Αττικής που καταγόταν από τις Ελευθερές. Πρόκειται για το διάσημο γλύπτη της αρχαιότητας, Μύρωνα. Ήταν σύγχρονος του Φειδία. Το γνωστότερο έργο του είναι ο Δισκοβόλος, που σώζεται σε αντίγραφα. Φαίνεται, επίσης, ότι ανήκε στην ομάδα που εργάστηκε στα αρχιτεκτονικά έργα του Παρθενώνα, από τα οποία έργο του θεωρείται η μετόπη με παράσταση Κενταυρομαχίας στην νότια πλευρά του Παρθενώνα. Δικό του έργο του θε ρείται και το σύνταγμα Αθηνάς και Μαρσύα, που ήταν στημένο στην Ακρόπολη της Αθήνας.

Πηγές:
συγ- 1. ΠαυσΧ,9,7 κ.ε. 2. Plinius, Historia Natarallis, xxxiv.8.s.l9. 13
 Diog. Lae, VitaeII ,112. 17. Ciceron, Academicae Quaestiones, II.24. 18. Diog. Lae,Vitae,II,110. 19. Κοκκόρου - Αλευρά Γ., Η τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία.( 1050-50 π.Χ.), Αθήνα, 1990.
3. Diogenes Laertios IX53, Zeller Philos. Grieche II, A4 , 250 3. 4. Karl Muller, Fragmenta Historicorum Grecorum, bid.IV. 338-390. 5. Πλούταρχος, Σόλων 10. 6. Karl Muller, Fragmenta Historicorum Grecorum, bid.IV. 7. Suidas, Lexicon, s.v. 8. xiv. 17-18. 14 1
Diog. Lae Vittae ii, 106 10.Cicer., Academia, Π.24,47 11. Diog. Lae, VII, 191 12.Suidas, Lexicon, s.v, Στίλπων 13.Diog.Vittae ii, 115 14.Βίοι φιλοσόφων Β-12, Στίλπων 15.Diog. Lae, Vitae,II,114 15



Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ


το βιβλίο που μας έδωσε τις πληροφορίες




Η Μεγαρική οικονομία ήταν καθαρά γεωργική τουλάχιστον κατά τους τελευταίους αιώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αν και τα Μέγαρα βρίσκονταν πολύ κοντά στη θάλασσα, ο φόβος των κάθε λογής πειρατικών επιδρομών περιόρισε τους Μεγαρείς στα στενά όρια της πόλης τους και στους δύο λόφους και τους αποθάρρυνε από την ενασχόλησή τους με την αλιεία ή το εμπόριο. Τα Μέγαρα αποτελούσαν εκείνη την εποχή μια μικρή ελληνόφωνη πολιτεία, μια νησίδα, γύρω από την οποία οι άλλες περιοχές μιλούσαν αρβανίτικα.  Επιπλέον  οι Μεγαρείς, που ήταν συντηρητικότατοι, ήταν οικονομικά αυτάρκεις με όσα οι ίδιοι παρήγαγαν και πολύ πιστοί στην Ορθοδοξία. 
Για τούτο και η θέση της χριστιανικής θρησκείας στο βίο των ανθρώπων υπήρξε σημαντική. Σε περιόδους ιδιαίτερης δυσκολίας, όπως ήταν η Οθωμανική εποχή, γινόταν δε ακόμα σημαντικότερη. Ο άνθρωπος αναζητούσε παρηγοριά και καταφύγιο στην ιεροσύνη ή το μοναχικό βίο. Για την είσοδό του όμως στο ιερατικό αξίωμα ήταν αναγκαίες οι αποδείξεις της αξιοσύνης του. Έτσι  ο κατά κόσμον Δημήτριος με τη συγκατάθεση του πνευματικού του πατέρα Δαμασκηνού εισέρχεται στην ιεροσύνη στις 13.08.1790.
Επίσης σε κάθε εποχή είναι συχνές οι αφιερώσεις ή οι δωρεές προς τα μοναστήρια της περιοχής των Μεγάρων συνήθως για τη σωτηρία της ψυχής των δωρητών. Μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή του γερό Μιχάλη Γαλάνη που στις 7.10.1765 δώρισε στη Μονή του Αγίου Ιεροθέου,’’ Κυπαρίσσι’’, ‘για τη σωτηρία της ψυχής του και την άφεση των αμαρτιών του’, δύο χωράφια, το ένα, τέσσερα στρέμματα, με δέντρα άγρια και ήμερα βρισκόμενο στη θέση Τούτουλη και το άλλο, επτά στρέμματα, επίσης με άγρια και ήμερα δέντρα βρισκόμενο  στη θέση Καμάρα. Στις 8.03.1741 οι προεστοί, μικροί και μεγάλοι, των Μεγάρων (‘προεστη μηκρι κ(αι) μεγάλλι του χώριου Μεγάρα’) δώρισαν στη Μονή του Αγίου Ιεροθέου μερικά χωράφια. Επίσης στις 13.01.1810 ο Γιάννης της κυρά Νένας αφιέρωσε το χωράφι που είχε στην Πήκα στη Μονή του Αγίου Ιεροθέου και στις 16.03.1792 ο Γιαννάκης Κούνος αφιέρωσε ένα μέρος του αμπελιού του στη Μονή του Αγίου Ιεροθέου. Για τη σωτηρία της ψυχής τους, όπως αναφέρουν, οι Μπεναρδήδες, οι Δημογλήδες, οι Νικοληζηάδες, οι Πηλήληδες και ο Αναστάσης Βόρδος αφιερώνουν στην ίδια Μονή έξη ελαιόδεντρα.  Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή της Μαρίνας Κλήνη που στις 25.06. 1799 αφιερώνει στην ίδια Μονή ένα σπίτι, μυγδαλιές, αχλαδιές και επτά δέντρα με το ανάλογο χωράφι καθώς και οικιακά σκεύη. Η δωρήτρια στο τέλος του εγγράφου καταριέται όποιον προσπαθήσει να καταπατήσει τα παραπάνω ακίνητα και δεν σεβαστεί την επιθυμίας της. Στις 26.04.1736 ο Γιάννης Μπόρας, επειδή είναι τυφλός και ανίκανος να αυτοσυντηρηθεί, αφιερώνει, ΄προσηλώνει΄, στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Μακρινού όλα του τα υπάρχοντα, ζώα, εργαλεία, χωράφια, ελαιόδεντρα, αχλαδιές, πεύκα, σπίτι και αλώνι, με τον όρο να τον συντηρούν, όσο είναι εν ζωή, και να τον μνημονεύουν, όταν πεθάνει. Μια άλλη περίπτωση αφιέρωσης στο Μοναστήρι του Προδρόμου, Αγίου Ιωάννου Μακρινού, είναι αυτή του Γιώργου που στις 21.02.1752 αφιερώνει στο εν λόγω Μοναστήρι όλη του την περιουσία, κινητή και ακίνητη, γιατί επέλεξε τη μονή αυτή για τόπο της μετάνοιάς του και έγινε καλόγερος. Δηλώνει δε ότι, αν πεθάνει,  υπόχρεος να εξοφλήσει το χρέος του, τέσσερα ριάλια, προς τον μπακάλη είναι ο ηγούμενος του μοναστηρίου. Μια ακόμα περίπτωση αφιέρωσης περιουσίας στο ίδιο Μοναστήρι είναι αυτή του Αναστάση Πούρα που γίνεται μοναχός και στις 29.04.1809 αφιερώνει τα 128 γίδια του με την προϋπόθεση να εξοφλήσει πρώτα τα χρέη του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δωρεές προς τους ιερείς, όπως αυτή του Μιχάλη Πανταζή προς τον παπά Δημήτρη Μαρκάκη. Ο δωρητής δωρίζει στον εν λόγω ιερέα ενάμιση στρέμμα χωράφι και ένα νέο ελαιόδεντρο (αργουλαίο) για να τον μνημονεύει ‘ανιφέρνι’ από την ημέρα του συμβολαίου και εξής. Επίσης στις 7.01.1792 ο Σταμάτης Τώσκουρης δωρίζει στον παπά Δημήτρη, κατά κόσμον Γιάννη Αυγερινό, δύο ελαιόδεντρα, το ένα για να τους μνημονεύει (προφανώς τον ίδιο και τη γυναίκα του) και το άλλο για να ένα σαρανταλείτουργο.
Παρ’ όλες τις δωρεές οι δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι μοναχοί της Μονής του Αγίου Ιεροθέου τους ανάγκασαν στις 15.04.1801 να συνάψουν δάνειο 50 ριαλίων διάρκειας 6 μηνών από τον Αναγνώστη Καλοζούμη. 

Πηγή:

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΥΡΚΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ


Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

ΚΕΡΑΤΑ (βουνό ΚΑΡΥΔΙ) ΠΑΤΕΡΑΣ


Από την Ακρόπολη της Αρχαίας Ερένειας



Το βουνό Κέρατα στην αρχαία εποχή άνηκε στη Μεγαρίδα χώρα. Σήμερα ονομάζεται Πατέρας και καλύπτει μια αρκετά εκτεταμένη περιοχή στο βορειοδυτικό άκρο της Αττικής, που ξεκινά στα βόρεια από το χωριό Οινόη και φτάνει στα δυτικά ως το αρχαίο λιμάνι και κώμη Πάνορμος, στη σημερινή  Ψάθα, η οποία απέχει από την Αθήνα 65 χιλιόμετρα. Δηλαδή βρίσκεται στο ΒΔ άκρο του Νομού Αττικής, βόρεια από τα Μέγαρα και σε απόσταση 12χλμ. (ευθεία) ενώ από την Αθήνα απέχει σε ευθεία γραμμή 39χλμ.
Η ψηλότερη κορφή (Καρύδι) του βουνού μόλις που αγγίζει τα 1.132 μέτρα ύψος, ωστόσο και μετά από την πυρκαγιά του 1985 παρουσιάζει πάλι πυκνή δασοκάλυψη με κυρίαρχο είδος τη χαλέπιο πεύκη στα χαμηλά και στα ψηλότερα μέρη κάποια εναπομείναντα έλατα.
Τη σύγχρονη ονομασία του αρχαίου βουνού ‘’ΚΕΡΑΤΑ’’ ή ‘’ΚΑΡΥΔΙ’’, τη συναντάμε σαν ‘’βουνό Πατέρα’’ και εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αι. μ.Χ. από τον Ίων Δραγούμη διότι Πατέρας λεγόταν ο ιδιοκτήτης της περιοχής των μεταλλείων στη Λάκκα Πατέρα. Η Λάκκα Πατέρα είναι η μεγάλη Λάκκα – οροπέδιο βόρεια των κορυφών 1091μ. –Κορυφή Πατέρα- και 1020μ. -Κορυφή Πρ. Ηλία- του συγκεκριμένου βουνού όπου και βρίσκονται τα παλιά μεταλλεία.  
Η αρχαία ονομασία του βουνού Πατέρα (εάν όντως υπήρχε) μας είναι πραγματικά  άγνωστη. Πρώτος ο γεωγράφος Στράβων 1ος αι. π.Χ. (Θ-Ι,8) ονομάζει ‘’Όνεια Όρη’’ τη περιοχή από τις Σκειρωνίδες Πέτρες έως και τον Κιθαιρώνα: ‘’…τα καλούμενα Όνεια όρη ράχις τις μηκυνομένη μεν από των Σκειρωνίδων πετρών επί την Βοιωτίαν και τον Κιθαιρώνα, διειργούσα δε την κατά Νισαίαν θάλατταν από τας Παγάς Αλκυονίδος προσαγορευομένοις…’’. Ο Παυσανίας 2ος αι. μ.Χ. στα ΑΤΤΙΚΑ -44,4- ονομάζει όλη την περιοχή ‘’Ορεινή της Μεγαρίδας’’. Ο χαρτογράφος Ch. Larie στο χάρτη του ‘’GRECE MODERNE’’ του 1827, αναγράφει M. Karedi (βουνό Καρύδι). Ενώ ο Ίων Δραγούμης που επισκέφθηκε τα Μέγαρα και την περιοχή των μεταλλείων στη μεγάλη Λάκκα του Πατέρα το 1894, είναι εκείνος που αναφέρει ΠΡΩΤΟΣ το βουνό ‘’Πατέρα’’ (Φύλλα Ημερολογίου – Αθήνα, Ερμής 1988 σ. 191 – 213). Καθώς ο γεωλογικός  χάρτης (την ίδια περίπου εποχή με την επίσκεψη του Δραγούμη) του 1899 ‘’ΤΑ ΠΟΤΙΜΑ ΥΔΑΤΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ’’ του Κ. Μητσόπουλου αναφέρει το βουνό ως: ‘’Όρος Καρύδι’’.
Στην αρχαία Ελλάδα (κλασική εποχή) στην περιοχή της ‘’Ορεινής Μεγαρίδας’’ αναφέρεται από τον Παυσανία (Ι:44,5) η πόλις Ερένεια όπου η θέση της ταυτίζεται με την περιοχή του Αγ. Γεωργίου που είναι στη βόρεια πλευρά της ψηλότερης κορυφής –ΚΑΡΥΔΙ- του βουνού στην κοιλάδα που σχηματίζεται μεταξύ του κύριου όγκου του Πατέρα και του άλλου σκέλους του, του Μακρυνόρους. Καθώς νότια του Αγ. Γεωργίου σε ύψος 700μ. βρίσκονται τα ερείπια των τριών διαδοχικών τειχών της Ακρόπολης της Ερένειας. Το νοτιότερο τείχος (προς το βουνό), πάχους 3μ. σώζεται σε μήκος 150μ. και σε ύψος 2-3μ. όπως και οι βάσεις των 3 πύργων του (διαμέτρου 6μ.)

Στην παραλία της Ψάθας (βόρεια της ράχης Βέρδα) και στην αρχαία Πάνορμο υπάρχουν αρκετά υπόσκαπτα σπήλαια που εικάζεται ότι είναι ρωμαϊκοί τάφοι στο τέλος της παραλίας προς τη χερσόνησο του Μύτικα. Εκεί υπάρχουν και τα ερείπια του Πύργου που φίλαγε το αρχαίο λιμάνι της Πάνορμου. 

Υ.Γ. 
Η έρευνα για τα βουνά της Μεγαρίδας συνεχίζεται και στο μέλλον θα ανεβούν κι άλλα  

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

25 ΠΙΝΑΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΓΑΡΙΤΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ (18ος -19ος μ.Χ. αιών.)












25 ΠΙΝΑΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΓΑΡΙΤΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ (18ος -19ος μ.Χ. αιών.)

Οι περισσότεροι από αυτούς τους πίνακες έχουν δημιουργηθεί περί το 1870-1910.
Πολλοί ζωγράφοι (Έλληνες και αλλοδαποί) αποτύπωσαν με το πινέλο τους τις ελληνικές φορεσιές, ιδιαιτέρα τις Μεγαρίτικες. Ένας από αυτούς, ο οποίος μαγεύτηκε από τη Μεγαρίτικη φορεσιά και την κατά βάση θρησκευτική θεματολογία όπου τα αποτύπωσε ολοζώντανα στους πίνακές του ήταν και ο Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909).