Ο φιλόσοφος Ευκλείδης
Η Μεγαρική Σχολή είχε καθιερωθεί στην κλασική Ελλάδα, σαν
το πρωτότυπο εκπαιδευτικό σύστημα τόσο από την φυσική κατάσταση μέσω της σωματικής
άθλησης ([…]στο αρχαίο γυμνάσιο κοντά στις πύλες των λεγόμενων Νυμφάδων[…] (Παυσ.
Α’ 44, 2), όσο και την ικανή πρόοδο της διανόησης των μαθητών μέσω της Λογοτεχνίας, της Γεωμετρίας(μαθηματικά) και της Φιλοσοφίας. Γενικά ήταν το εκπαιδευτικό
σύστημα της συσσωρευμένης γνώσης αλλά και της διανοητικής οξύτητας για τους εκπαιδευόμενους.
Καθώς αυτή η ολοκληρωμένη εκπαίδευση της διαμόρφωσης του χαρακτήρα τους ήταν κάτι πρωτόγνωρο
και εκείνο ακριβώς που οι Έλληνες γονείς επιζητούσαν από τους διευθυντές των
σχολών. Μάλιστα, στη Μεγαρική σχολή δημιουργήθηκε, για πρώτη φορά, ένα ‘’προδρομικό’’
δευτεροβάθμιο σύστημα εκπαίδευσης που περιελάμβανε την Γεωμετρία(μαθηματικά) και
η πιο σημαντική μαρτυρία αναφέρεται από τον Πλάτωνα, ο
οποίος περιγράφει στη Δημοκρατία ένα σύστημα μαθητείας στα μαθηματικά λίγο πριν
την εφηβεία (Αριστοτέλους, Πολιτικά, viii, 4. 9). Ουσιαστικά οι εκάστοτε προϊστάμενοι της Μεγαρικής
σχολής δίδασκαν μαζί με την άθληση, την λογοτεχνία, την φιλοσοφία και τα στοιχεία
της γεωμετρίας/αριθμητικής.
Έτσι, η εκπαίδευσή του δευτεροβάθμιου επιπέδου
μάθησης, που ιδρύθηκε με την Μεγαρική σχολή και περιελάμβανε αυτήν την συσσώρευση
των μαθημάτων, έγινε το πρότυπο δευτεροβάθμιο σύστημα που αργότερα υιοθέτησαν
και εξέλιξαν οι υπόλοιπες ιδιωτικές σχολές, ακόμα και αυτή η Ακαδημία του Πλάτωνα.
Διότι η εκπαίδευση σε πολλές πόλεις της κλασικής Ελλάδας διαιρούταν σε τρία
στάδια και μόνο για τα αγόρια (με εξαίρεση τη Σπάρτη, Χίο, Κρήτη): Το πρωτοβάθμιο,
από τα έξι ως τα δέκα τέσσερα, το δευτεροβάθμιο από τα δέκα τέσσερα έως τα δέκα
οκτώ και το τριτοβάθμιο από τα δέκα οκτώ έως τα είκοσι. Από τούτα τα τρία
επίπεδα το τρίτο ήταν υποχρεωτικό και το παρείχε η πόλη-κράτος (στρατιωτική εκπαίδευση).
Το δεύτερο ήταν εντελώς προαιρετικό και μάλλον μόνο για τους εύπορους γόνους της
αρχαίας Ελλάδας.
Γίνεται λοιπόν φανερό πως ο στόχος της (Μεγαρικής Σχολής)
στην εκπαίδευση, πρακτικά αλλά και θεωρητικά, ήταν η παραγωγή του καλύτερου
δυνατού πολίτη και όχι ο πλουτισμός –σε αντιστροφή προς τη σημερινή
πραγματικότητα. Αναζητούσε το καλό της κοινότητας και όχι το καλό του ατόμου.
Η μεγάλη φήμη που είχε και η ύπαρξη μαθητών - προϊστάμενων (από όλες τις
περιοχές του κλασικού ελληνικού κόσμου) στη σχολή, αδιάψευστα μαρτυρεί ότι ήταν
ο προπομπός του εκπαιδευτικού συστήματος που στη συνέχεια (μαζί με τις ακόλουθες
σχολές που ιδρύθηκαν) "εκκόλαψαν" τον Δυτικό πολιτισμό.
Η Μεγαρική σχολή, τουλάχιστον, στις πρώτες δεκαετίες της παρουσίας
της, δικαιολογημένα κίνησε το ενδιαφέρον των Ελλήνων ως προς την πολυμάθεια που
παρείχε και που φυσικά λανθασμένα πιστεύεται ότι διδασκόταν από τους Μεγαρικούς κάποιο
συγκεκριμένο είτε μεμονωμένο φιλοσοφικό σύστημα.
Ο Ευκλείδης είχε στη σχολή του (πολύ πιθανόν) σαν
διδασκάλους: τον Θρασύμαχο τον Κορίνθιο, τον Ιχθύα τον Μεγαρέα, τον Ευβουλίδη
τον Μιλήσιο και άλλους. Όπου τούτοι, αλλά και πολλοί άλλοι, ονομάσθηκαν Μεγαρικοί φιλόσοφοι, διότι είχαν ασπαστεί
την μονιστική διατύπωση και παράλληλα ‘’ανεξίθρησκη’’ φιλοσοφική
ιδέα περί του Αγαθού: "Το καλό είναι ένα και παίρνει πολλά ονόματα. Άλλοτε
λέγεται σύνεση, άλλοτε Θεός, άλλοτε νους
κτλ.". Αναφέρεται ότι αυτή η
θεωρία ήταν ένα φιλοσοφικό παράγωγο από την συνένωση της ελεατικής και
σωκρατικής σκέψης από τον Ευκλείδη. Επίσης, μέσα από την ευκλείδεια ιδέα ανεπτύχθη
(ιδιαίτερα από τον Ευβουλίδη) η Λογική της φιλοσοφίας (1,2,3).
Σημειώσεις:
1η. Η λογική ορίζεται μερικές φορές στενά ως η
ικανότητα ή η διαδικασία εξαγωγής τυπικά λογικών συμπερασμάτων. Από του Μεγαρικούς
και μετά αυτοί συλλογισμοί κατατάσσονται είτε στους παραγωγικούς συλλογισμούς (συνώνυμος
είναι και ο όρος απαγωγικός συλλογισμός), δηλαδή συλλογισμούς ‘’από το
γενικό στο ειδικό’’ είτε ‘’από το όλον στο μέρος’’, ή στους επαγωγικούς συλλογισμούς, δηλαδή τους συλλογισμούς ‘’από
το ειδικό στο γενικό’’ ή ‘’από το μέρος στο όλον’’. Εξ αυτών, μόνο ο
παραγωγικός συλλογισμός αποτελεί με την αυστηρή έννοια ‘’λογικό συμπερασμό’’.
Σημειώνεται ότι επαγωγικός συλλογισμός όταν εφαρμόζεται επί εμπειρικών
προτάσεων διαφέρει από τη μαθηματική επαγωγή και γενικά την επαγωγή
επί θεωρητικών εννοιών. Η επαγωγή στα μαθηματικά είναι επανάληψη (v φορές
ή άπειρες φορές) παραγωγικών συλλογισμών, ούτως ώστε η μαθηματική επαγωγή
αποτελεί με την αυστηρή μαθηματική έννοια αποδεικτικό συλλογισμό, ενώ επαγωγή επί
εμπειρικών προτάσεων όχι (πχ ‘’Ο ήλιος
ανέτειλε, στο παρελθόν, κάθε πρωί’’ ως εμπειρική παρατήρηση δεν μας επιτρέπει
να συμπεράνουμε αυστηρά παραγωγικά ότι θα ανατείλει και αύριο, άλλωστε δεν
μπορεί να αποκλειστεί λογικά το οσοδήποτε μηδαμινό ενδεχόμενο αύριο
ο ήλιος να ανατιναχτεί!) (πηγή: http://www.sense-think-act.org/index.php/Main_Page
)
2η. Για
τον Ι. Καντ, η λογική (Vernunft), είναι η δύναμη να
συνθέτουμε σε μια ενότητα, μέσω νοητικών αρχών, τις έννοιες που μας παρέχει ο νους (Verstand). Τη λογική που μας
παρέχουν οι a priori αρχές ή έμφυτες
ιδέες, ο Καντ την αποκαλεί ‘’Καθαρό Λόγο’’ (όπως π.χ. στο έργο του Κριτική του
Καθαρού Λόγου), διακρίνοντάς την από τον ‘’Πρακτικό Λόγο’’ που
απασχολείται ειδικά με την εκτέλεση συγκεκριμένων ενεργειών. ( (Ι. Κant.
Κριτική του Καθαρού Λόγου).
3η. Η λογική δεν περιλαμβάνει μόνο την
δυνατότητά μας για λογικό συλλογισμό, αλλά επίσης την ικανότητα που έχουμε να
διεξάγουμε έρευνα, να λύνουμε προβλήματα, να εκτιμούμε, να κριτικάρουμε, να
αποφασίζουμε για το πώς θα πράξουμε και να φτάνουμε σε μια κατανόηση του εαυτού
μας, των άλλων ανθρώπων και του κόσμου. (Λάκοφ και Τζόνσον "Philosophy In The Flesh. Basic Books". 1999, σελ. 3-4).
Βιβλιογραφία:
Freeman
K. J. Schools of Hellas, MacMillan and Co, (London, 1908).
Αristotle, Aristotle
in 23 Volumes, Vol. 21, (trans. H. Rackham), Cambridge, MA, Harvard University
Press, William Heinemann Ltd. (London, 1944).
Ηλεκτρονικές πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου