Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

ΟΙ ΔΙΔΑΧΕΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ (Μέρος 2ον)



Η φιλοσοφία χωρίζεται σε τρία μέρη, φυσικό, ηθικό, διαλεκτικό. Φυσικό είναι αυτό που εξετάζει το σύμπαν και ό,τι υπάρχει μέσα σ' αυτό, ηθικό αυτό που ασχολείται με τη ζωή και όσα έχουν σχέση με μας και διαλεκτικό αυτό που συνδυάζει τις μεθόδους των δύο προηγουμένων. Ως την εποχή του Αρχελάου υπήρχε το φυσικό. Από τον Σωκράτη, όπως προαναφέρθηκε, άρχισε το ηθικό και από τον Ζήνωνα τον Ελεάτη το διαλεκτικό. Στην ηθική φιλοσοφία υπήρχαν δέκα σχολές: Μεγαρική, Κυνική, Κυρηναϊκή, Ηλιακή, Ακαδημαϊκή, Ερετρική, Διαλεκτική, Περιπατητική, Στωική, Επικούρεια (Διογένης Λαέτριος Βίοι φιλοσόφων).
Ο Ιππόβοτος στο βιβλίο του ‘’Περί αιρέσεων’’ αναφέρει μόνο εννέα σχολές και κατευθύνσεις: Πρώτη τη Μεγαρική, δεύτερη την Ερετρική, τρίτη την Κυρηναϊκή, τέταρτη την Επικούρεια,πέμπτη την Αννικέρεια, έκτη την Θεοδώρεια, έβδομη την Ζηνώνεια ή Στωική, όγδοη την αρχαία Ακαδημαϊκή και ένατη την Περιπατητική. Δεν αναφέρει ούτε την Κυνική ούτε την Ηλιακή ούτε τη Διαλεκτική. 

Εκείνος όμως που έγραψε για την Μεγαρική Σχολή και τους ακολούθους της εκτενέστατα είναι ο Διογένης ο Λαέρτιος  (περίπου το 250μ.Χ.). Έτσι, θεωρήθηκε αναγκαίο να τοποθετηθούν σε αυτό το κεφάλαιο τα αποσπάσματα που είναι ικανά (από το έργο του Διογένη του Λαέρτιου) και που θα βοηθήσουν τον μελετητή ώστε να κατανοήσει τις διδαχές της Μεγαρικής Σχολής. Όπως συμφωνούν οι ειδικοί επιστήμονες σε ολόκληρο τον Κόσμο, οι γνώσεις μας για τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό θα ήταν πολύ φτωχότερες, αν δεν είχαν διασωθεί τα αρχαία κείμενα του Διογένη Λαερτίου, καθώς για πολλούς από τους Φιλοσόφους στους οποίους αναφέρεται, δεν υπάρχει καμμία άλλη πηγή από την οποία θα μπορούσαμε να αντλήσουμε αντίστοιχες πληροφορίες...
 

Ο Διογένης ο Κυνικός: ‘’την μην Ευκλείδου Σχολήν έλεγε χολή, την δε Πλάτωνος διατριβήν κατατριβήν’’ (Διογένης Λαέρτιος VI, 24, 26 και 40 και 53).

Κλεινομάχος ο Θούριος, ένας μαθητής του Ευκλείδη των Μεγάρων (IV αιώνα π.Χ.). Αυτός πρώτος περιέγραψε τη σύνθεση των δικαστικών αποφάσεων (στη λογική) - σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο: είναι ο πρώτος που άρχισε να γράφει για τα αξιώματα, κατηγορίες, και τα παρόμοια.’’

                    
                       Διογένης Λαέρτιος. ‘’Βίοι φιλοσόφων’’. Βιβλίο ΙΙ, 11. Ευκλείδης.


Μετάφραση:
                                                        ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ

Ο Ευκλείδης καταγόταν από τα Μέγαρα κοντά στον Ισθμό ή από τη Γέλα σύμφωνα με άλλους, όπως αναφέρει ο Αλέξανδρος στις ‘’Διαδοχές’’. Χρησιμοποιούσε τα φιλοσοφικά διδάγματα του Παρμενίδη, και όσοι ακολούθησαν τις απόψεις του ονομάζονταν Μεγαρικοί, κατόπιν εριστικοί και τέλος διαλεκτικοί, όπως τους ονόμασε πρώτος ο Διονύσιος ο Χαλκηδόνιος, επειδή ανέπτυσσαν τις απόψεις τους μέσα από ερωταποκρίσεις. Ο Ερμόδωρος αναφέρει ότι σ' αυτόν κατέφυγε ο Πλάτων και οι άλλοι φιλόσοφοι μετά τον θάνατο του Σωκράτη, από φόβο προς την ωμότητα των τυράννων. Τούτος υποστήριζε πως το καλό είναι ένα και παίρνει πολλά ονόματα. Άλλοτε λέγεται σύνεση, άλλοτε θεός, άλλοτε νους και τα υπόλοιπα. Απέρριπτε όσα έρχονται σε αντίθεση με το καλό λέγοντας πως δεν υπάρχουν. Όταν ήθελε να αντικρούσει κάτι, δεν απέρριπτε ένα -ένα τα επιχειρήματα, αλλά το τελικό συμπέρασμα. Απέρριπτε επίσης τα επιχειρήματα που στηρίζονταν σε αναλογίες λέγοντας πως συντίθενται από όμοια ή ανόμοια. Αν αποτελούνται από όμοια, μ' αυτά πρέπει κυρίως να ασχολούμαστε παρά με τις αναλογίες τους. Αν αποτελούνται από ανόμοια, δεν χρειάζεται σύγκριση. Για τις απόψεις τούτες ο Τίμων είπε γι’ αυτόν τα παρακάτω, κατηγορώντας έμμεσα και τους υπόλοιπους Σωκρατικούς.
 ‘’Δεν με νοιάζει γι' αυτούς τους φλύαρους ούτε για
κανέναν άλλο
ούτε για τον Φαίδωνα, όποιος κι αν είναι, ούτε για
τον εριστικό
Ευκλείδη, που εμφύτεψε στους Μεγαρείς εριστική μανία.’’
Έγραψε έξι διάλογους: ‘’Λαμπρίας’’, ‘’Αισχίνης’’, ‘’Φοίνικας’’, ‘’Κρίτων’’, ‘’Αλκιβιάδης’’, ‘’Ερωτικός’’. Ένας από τους διαδόχους του Ευκλείδη είναι και ο Ευβουλίδης ο Μιλήσιος, που έγραψε σε μορφή ερωτήσεων πολλά διαλεκτικά επιχειρήματα, τον ψευδόμενο, τον διαλανθάνοντα, την Ηλέκτρα, τον εγκεκαλυμμένο, τον σωρίτη, τον κεράτινη και τον φαλακρό. Ένας κωμικός λέει γι’ αυτόν:
‘’Ο εριστικός Ευβουλίδης, ρωτώντας για κεράτινες
και μπερδεύοντας τους ρήτορες με ψευτιές και αλαζονείες
αποχώρησε, παίρνοντας την  αρητορησία του  Δημοσθένη.’’
Γιατί φαίνεται πως ο Δημοσθένης ήταν μαθητής του και σταμάτησε να προφέρει λάθος το ρ. Ο Ευβουλίδης ήρθε σε αντίθεση και με τον Αριστοτέλη και σε πολλές περιπτώσεις τον κακολόγησε". Ανάμεσα σ' εκείνους που διαδέχτηκαν τον Ευβουλίδη ήταν και ο Αλεξίνος ο Ηλείος, άνδρας πάρα πολύ εριστικός, που γ’ αυτό ακριβώς επονομάστηκε Ελεγξίνος [= ο ανασκευάζων]. Ιδιαίτερα εναντιωνόταν στον Ζήνωνα. Ο 'Ερμιππος λέει γι’ αυτόν πως έφυγε από την Ήλιδα και φιλοσοφούσε μέσα στην Ολυμπία. Όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν, γιατί εγκαταστάθηκε εκεί, είπε πως ήθελε να δημιουργήσει φιλοσοφική σχολή που να ονομαστεί Ολυμπική. Επειδή όμως ενοχλούσε τους μαθητές η έλλειψη εφοδίων και θεωρούσαν το μέρος ανθυγιεινό, έφυγαν, και ο Αλεξίνος έμεινε μόνος με έναν υπηρέτη. Κάποια φορά, καθώς κολυμπούσε στον Αλφειό, τρυπήθηκε από καλάμι και έτσι πέθανε.
‘’Του έχω γράψει το εξής επίγραμμα:
Δεν είναι λοιπόν αυτό που λέγεται
για κείνον τον άτυχο, που καθώς κολυμπούσε, τρύπησε το πόδι του ένα καρφί.
Γιατί και ο αξιοσέβαστος άνδρας Αλεξίνος,
πριν διασχίσει τον Αλφειό,
πέθανε τρυπημένος από καλάμι.’’
Δεν έγραψε μόνο εναντίον του Ζήνωνα αλλά και άλλα βιβλία, καθώς επίσης εναντίον του ιστοριογράφου Εφόρου.
Μαθητής του Ευβουλίδη υπήρξε και ο Εύφαντος ο Ολύνθιος, που έγραψε την ιστορία της εποχής του. Έγραψε επίσης πολλές τραγωδίες, με τις οποίες ξεχώρισε στους αγώνες, και υπήρξε δάσκαλος του βασιλιά Αντίγονου, για τον οποίο είχε γράψει και τον λόγο ‘’Περί βασιλείας’’ που ξεχώρισε ιδιαίτερα. Πέθανε σε Βαθιά γεράματα. Υπήρξαν και άλλοι μαθητές του Ευβουλίδη, ανάμεσα τους ο Απολλώνιος Κρόνος του οποίου μαθητής ήταν ο Διόδωρος Αμεινίου Ιασεύς, ο οποίος επίσης ονομάστηκε Κρόνος.
Γι' αυτόν ο Καλλίμαχος στα ‘’Επιγράμματα’’ λέει:
Ο ίδιος ο Μώμος
έγραψε στους τοίχους: "ο Κρόνος είναι σοφός".
Ήταν και αυτός διαλεκτικός και λένε πως πρώτος βρήκε τα επιχειρήματα του ‘’εγκεκαλυμμένου’’ και του ‘’κεράτινη’’. Την εποχή που ζούσε κοντά στον Πτολεμαίο Σωτήρα, ο Στίλπων του έκανε μερικές διαλεκτικές ερωτήσεις. Επειδή δεν μπόρεσε να απαντήσει αμέσως, τον επέκρινε ο βασιλιάς αποκαλώντας τον, μεταξύ άλλων, και Κρόνο κοροϊδευτικά. Έφυγε από το συμπόσιο, έγραψε έναν λόγο για το πρόβλημα και τελικά πέθανε από κατάθλιψη.
Το επίγραμμα που έγραψα γι' αυτόν είναι:
‘’Ποιος θεός, Κρόνε Διόδωρε,
σε βύθισε στην απελπισία,
τόσο που μόνος σου κατέβηκες στα Τάρταρα,
επειδή δεν απάντησες στον Στίλπωνα τα λόγια
τα αινιγματικά; Έτσι αποδείχτηκες Κρόνος
 χωρίς το ρο και το κάπα (όνος).’’
Μεταξύ των διαδόχων του Ευκλείδη είναι και ο Ιχθύας του Μετάλλου, άνδρας γενναίος, για τον οποίο έφτιαξε διάλογο και ο Κυνικός Διογένης. Επίσης, ο Κλεινόμαχος ο Θούριος που πρώτος έγραψε για αξιώματα, κατηγορήματα και άλλα παρόμοια. Ακόμη, ο Σπίλπων ο Μεγαρεύς, εξαίρετος φιλόσοφος για τον οποίο θα μιλήσουμε
                                                                
                                                                ΣΤΙΛΠΩΝ

Ο Στίλπων καταγόταν από τα Μέγαρα της Ελλάδας και υπήρξε μαθητής μερικών οπαδών του Ευκλείδη. Κάποιοι λένε πως υπήρξε μαθητής και του ίδιου του Ευκλείδη, αλλά και του Θρασύμαχου του Κορίνθιου που ήταν φίλος του Ιχθύα, όπως λέει ο Ηρακλείδης. Τόσο πολύ τους ξεπέρασε όλους στην επινοητικότητα και τη σοφιστεία, ώστε λίγο έλειψε να στρέψει όλη η Ελλάδα σ' αυτόν την προσοχή της και να μεγαρίσει. Γι' αυτόν ο Φίλιππος ο Μεγαρικός λέει επί λέξει τα εξής: ‘’Από τον Θεόφραστο απέσπασε τον Μητρόδωρο τον θεωρητικό και τον Τιμαγόρα από τη Γέλα, από τον Αριστοτέλη τον Κυρηναϊκό, τον Κλείταρχο και τον Σιμμία. Από τους διαλεκτικούς, απέσπασε τον Παιώνειο από τον Αριστείδη, ενώ τον Δίφιλο τον Βοσποριανό του Ευφάντου και τον Μύρμηκα του Εξαινέτου, που πήγαν για να τον αντικρούσουν, τους έκανε φανατικούς οπαδούς του’’.
Εκτός απ' αυτούς πήρε με το μέρος του τον περιπατητικό Φρασίδημο, που ήταν έμπειρος φυσικός, και τον ρήτορα 'Αλκιμο, που ξεπερνούσε όλους τους Έλληνες ρήτορες. Ο Κράτης και πολλοί άλλοι πιάστηκαν στα δίχτυα του, αλλά κυρίως πήρε με το μέρος του τον Ζήνωνα και τον Φοίνικα. Είχε επίσης σπουδαίες ικανότητες στην πολιτική. Παντρεύτηκε, αλλά είχε και σχέσεις με την εταίρα Νικαρέτη, όπως λέει κάπου και ο Ονήτωρ. Απέκτησε μια κόρη αδιάντροπη, που την παντρεύτηκε ο φίλος του Σιμμίας ο Συρακούσιος. Επειδή η συμπεριφορά της ήταν τελείως ανάρμοστη, κάποιος είπε στον Στίλπωνα πως τον ντροπιάζει.
Όταν ο Κράτης τον ρώτησε, αν ευχαριστούν τους θεούς οι ευχές και τα προσκυνήματα, λένε πως είπε: «Μη μου κάνεις τέτοιες ερωτήσεις στον δρόμο, ανόητε, αλλά όταν είμαι μόνος». Την ίδια απάντηση είχε δώσει ο Βίων όταν ρωτήθηκε, αν υπάρχουν θεοί:  Δεν θα απομακρύνεις από κοντά μου τον όχλο, ταλαίπωρε γέρο;
Ο Στίλπων ήταν απλός, ανεπιτήδευτος και προσαρμοζόταν εύκολα με τους απλούς ανθρώπους. Όταν κάποτε ο Κράτης ο κυνικός δεν απάντησε σε ερώτηση του, αλλά έκλασε, του είπε: ‘’Ήξερα πως θα πεις τα πάντα εκτός απ' αυτά που πρέπει!’’ Κάποια φορά [ο Κράτης] του πρόσφερε ένα ξερό σύκο και συγχρόνως του έκανε μια ερώτηση, αυτός πήρε απλώς το σύκο και το έφαγε κι όταν εκείνος είπε: ‘’Ηρακλή, έχασα το σύκο’’, του απάντησε: ‘’Όχι μόνο το σύκο, αλλά και την ερώτηση της οποίας το σύκο ήταν προκαταβολή’’. Κάποιο χειμώνα που είδε τον Κράτητα ζαρωμένο από το κρύο, του είπε: ‘’Μου φαίνεται, Κράτη, πως έχεις ανάγκη ρούχου καινού [καινούριου]’’, (δηλαδή, ‘’ ρούχου αλλά και-νου’’).
Εκείνος ενοχλήθηκε και παρώδησε ως εξής:
‘’Είδα τον Στίλπωνα σε άθλια κατάσταση στα Μέγαρα
όπου λένε πως βρίσκεται το κρεβάτι του Τυφωέος
εκεί φερόταν εριστικά κι είχε μαζί του πολλούς φίλους,
που επιδιώκοντας την αρετή με λόγια, έχαναν τον καιρό τους.’’
Λένε πως τόσο προκαλούσε την προσοχή του κόσμου στην Αθήνα, ώστε έβγαιναν από τα εργαστήρια για να τον δουν. Όταν κάποιος του είπε: ‘’Στίλπων, σε περιεργάζονται σα θηρίο’’, απάντησε: ‘’Όχι, σαν άνθρωπο αληθινό.’’ Ήταν πολύ ικανός στις εριστικές συζητήσεις και απέρριπτε και τα είδη. Έλεγε πως όποιος λέει ‘’άνθρωπος’’ δεν εννοεί τίποτε, επειδή δεν μιλάει ούτε γι’ αυτόν ούτε για εκείνον. Και γιατί να είναι αυτός και να μην είναι εκείνος; Άρα δεν είναι ούτε αυτός. Επίσης, έλεγε ότι λάχανο δεν είναι αυτό που του δείχνουν, γιατί το λάχανο υπήρχε πριν χιλιάδες χρόνια, άρα αυτό δεν είναι λάχανο. Λένε πως κάποτε, πριν ολοκληρωθεί μια συζήτηση που είχε με τον Κράτη, έτρεξε να αγοράσει ψάρια. Εκείνος προσπάθησε να τον συγκρατήσει λέγοντας: ‘’Αφήνεις τη συζήτηση;’’ ‘’Όχι, τη συζήτηση την κρατώ, εσένα αφήνω. Η συζήτηση μπορεί να περιμένει, τα ψάρια όμως θα πουληθούν.’’ Αναφέρονται εννέα διάλογοι του με ψυχρό ύφος: ‘’Μόσχος’’, ‘’Αρίστιππος ή Καλλίας’’, ‘’Πτολεμαίος’’, ‘’Χαιρεκράτης’’, ‘’Μητροκλής’’, ‘’Αναξιμένης’’, ‘’Επιγένης’’, ‘’Προς την κόρη του’’, ‘’Αριστοτέλης’’.
Ο Ηρακλείδης λέει πως υπήρξε μαθητής του και ο Ζήνων ο στωικός. Από τον Έρμιππο μαθαίνουμε πως πέθανε γέρος, αφού ήπιε κρασί για να επιταχύνει τον θάνατο.
Έγραψα γι' αυτόν το εξής:
Γνωρίζεις μάλλον τον Μεγαρέα Στίλπωνα,
τον νίκησαν τα γηρατειά και η αρρώστια, το ανίκητο ζευγάρι.
Βρήκε όμως το κρασί που τον απάλλαξε
απ' την κακή παρέα. Ήπιε με την ψυχή του και πέθανε.
Ο κωμικός Σωφίλος τον κορόιδεψε στο έργο του ‘’Γάμος’’. Ο λόγος του Χαρίνου κλείνει το στόμα του Στίλπωνα.

Διογένης Λαέρτιος. ‘’Βίοι φιλοσόφων’’. Βιβλίο ΙΙ, 11. Ευκλείδης.

Αρχαίο κείμενο:

106
Εὐκλείδης ἀπὸ Μεγάρων τῶν πρὸς Ἰσθμῷ, ἢ Γελῶος κατ'
ἐνίους, ὥς φησιν Ἀλέξανδρος ἐν Διαδοχαῖς (FGrH 273 F 87).
οὗτος καὶ τὰ Παρμενίδεια μετεχειρίζετο, καὶ οἱ ἀπ' αὐτοῦ
Μεγαρικοὶ προσηγορεύοντο, εἶτ' ἐριστικοί, ὕστερον δὲ διαλεκτι-
κοί, οὓς οὕτως ὠνόμασε πρῶτος Διονύσιος ὁ Χαλκηδόνιος διὰ
τὸ πρὸς ἐρώτησιν καὶ ἀπόκρισιν τοὺς λόγους διατίθεσθαι. πρὸς
τοῦτόν φησιν ὁ Ἑρμόδωρος (Zeller, p. 18) ἀφικέσθαι Πλάτωνα
καὶ τοὺς λοιποὺς φιλοσόφους μετὰ τὴν Σωκράτους τελευτήν,
δείσαντες τὴν ὠμότητα τῶν τυράννων. οὗτος ἓν τὸ ἀγαθὸν
ἀπεφαίνετο πολλοῖς ὀνόμασι καλούμενον· ὁτὲ μὲν γὰρ φρόνησιν,
ὁτὲ δὲ θεόν, καὶ ἄλλοτε νοῦν καὶ τὰ λοιπά. τὰ δ' ἀντικείμενα τῷ
ἀγαθῷ ἀνῄρει, μὴ εἶναι φάσκων.
107
Ταῖς τε ἀποδείξεσιν ἐνίστατο οὐ κατὰ λήμματα, ἀλλὰ κατ'
ἐπιφοράν. καὶ τὸν διὰ παραβολῆς λόγον ἀνῄρει, λέγων ἤτοι ἐξ
ὁμοίων αὐτὸν ἢ ἐξ ἀνομοίων συνίστασθαι· καὶ εἰ μὲν ἐξ ὁμοίων,
περὶ αὐτὰ δεῖν μᾶλλον ἢ οἷς ὅμοιά ἐστιν ἀναστρέφεσθαι, εἰ δ' ἐξ
ἀνομοίων, παρέλκειν τὴν παράθεσιν. διὰ ταῦτα δὲ καὶ περὶ αὐτοῦ
ταῦτά φησι Τίμων, προσπαρατρώγων καὶ τοὺς λοιποὺς Σωκρατι-
κούς (Diels 28)·
ἀλλ' οὔ μοι τούτων φλεδόνων μέλει, οὐδὲ γὰρ ἄλλου
οὐδενός, οὐ Φαίδωνος ὅτις γένετ', οὐδ' ἐριδάντεω
Εὐκλείδεω, Μεγαρεῦσιν ὃς ἔμβαλε λύσσαν ἐρισμοῦ.
108
Διαλόγους δὲ συνέγραψεν ἕξ· Λαμπρίαν, Αἰσχίνην, Φοίνικα,
Κρίτωνα, Ἀλκιβιάδην, Ἐρωτικόν. τῆς δ' Εὐκλείδου διαδοχῆς
ἐστι καὶ Εὐβουλίδης ὁ Μιλήσιος, ὃς καὶ πολλοὺς ἐν διαλεκτικῇ
λόγους ἠρώτησε, τόν τε ψευδόμενον καὶ τὸν διαλανθάνοντα καὶ
Ἠλέκτραν καὶ ἐγκεκαλυμμένον καὶ σωρίτην καὶ κερατίνην καὶ
φαλακρόν. περὶ τούτου φησί τις τῶν κωμικῶν (Meineke iv,
pp. 618 sq.=294 K.)·
οὑριστικὸς δ' Εὐβουλίδης κερατίνας ἐρωτῶν
καὶ ψευδαλαζόσιν λόγοις τοὺς ῥήτορας κυλίων
ἀπῆλθ' ἔχων Δημοσθένους τὴν ῥωποπερπερήθραν.
109
ἐῴκει γὰρ αὐτοῦ καὶ Δημοσθένης ἀκηκοέναι καὶ ῥωβικώτερος ὢν
παύσασθαι. ὁ δ' Εὐβουλίδης καὶ πρὸς Ἀριστοτέλην διεφέρετο,
καὶ πολλὰ αὐτὸν διαβέβληκε.
Μεταξὺ δὲ ἄλλων ὄντων τῆς Εὐβουλίδου διαδοχῆς Ἀλεξῖνος
ἐγένετο Ἠλεῖος, ἀνὴρ φιλονεικότατος· διὸ καὶ Ἐλεγξῖνος ἐπ-
εκλήθη. διεφέρετο δὲ μάλιστα πρὸς Ζήνωνα. φησὶ δ' Ἕρμιππος
(FHG iii. 44) περὶ αὐτοῦ ὡς ἄρα ἀπελθὼν ἐκ τῆς Ἤλιδος εἰς
Ὀλυμπίαν αὐτόθι φιλοσοφοίη. τῶν δὲ μαθητῶν αὐτοῦ πυνθανο-
μένων διὰ τί τῇδε κατοικεῖ, φάναι βούλεσθαι αἵρεσιν συστήσασθαι
ἣν Ὀλυμπικὴν κληθήσεσθαι. τοὺς δὲ καὶ τοῖς ἐφοδίοις θλιβο-
μένους καὶ τὸ χωρίον νοσερὸν καταγνόντας ἀπελθεῖν, καὶ τοῦ
λοιποῦ διατρίβειν ἔρημον τὸν Ἀλεξῖνον σὺν οἰκέτῃ μόνῳ· ἔπειτα
μέντοι νηχόμενον ἐν τῷ Ἀλφειῷ νυχθῆναι καλάμῳ καὶ οὕτω
τελευτῆσαι.
110
Καὶ ἔστιν εἰς αὐτὸν ἡμῶν οὕτως ἔχον (App. Anth. iii. 129)·
οὐκ ἄρα μῦθος ἦν ἐκεῖνος εἰκαῖος,
ὡς ἀτυχής τις ἐὼν
τὸν πόδα κολυμβῶν περιέπειρέ πως ἥλῳ.
καὶ γὰρ ὁ σεμνὸς ἀνήρ,
πρὶν Ἀλφεόν ποτ' ἐκπερᾶν, Ἀλεξῖνος
θνῆσκε νυγεὶς καλάμῳ.
γέγραφε δ' οὐ μόνον πρὸς Ζήνωνα, ἀλλὰ καὶ ἄλλα βιβλία καὶ
πρὸς Ἔφορον τὸν ἱστοριογράφον.
Εὐβουλίδου δὲ καὶ Εὔφαντος γέγονε <γνώριμος> ὁ Ὀλύνθιος,
ἱστορίας γεγραφὼς τὰς κατὰ τοὺς χρόνους τοὺς ἑαυτοῦ. ἐποίησε
δὲ καὶ τραγῳδίας πλείους, ἐν αἷς εὐδοκίμει κατὰ τοὺς ἀγῶνας
γέγονε δὲ καὶ Ἀντιγόνου τοῦ βασιλέως διδάσκαλος, πρὸς ὃν καὶ
λόγον γέγραφε Περὶ βασιλείας σφόδρα εὐδοκιμοῦντα. τὸν βίον
δὲ γήρᾳ κατέστρεψεν.
111
Εἰσὶ καὶ ἄλλοι διακηκοότες Εὐβουλίδου, ἐν οἷς καὶ Ἀπολλώνιος
ὁ Κρόνος, οὗ Διόδωρος Ἀμεινίου Ἰασεύς, καὶ αὐτὸς Κρόνος
ἐπίκλην, περὶ οὗ φησι Καλλίμαχος ἐν ἐπιγράμμασιν (fg. 393 Pf.)·
αὐτὸς ὁ Μῶμος
ἔγραφεν ἐν τοίχοις, "ὁ Κρόνος ἐστὶ σοφός."
ἦν δὲ καὶ οὗτος διαλεκτικός, πρῶτος δόξας εὑρηκέναι τὸν
ἐγκεκαλυμμένον καὶ κερατίνην λόγον κατά τινας. οὗτος παρὰ
Πτολεμαίῳ τῷ Σωτῆρι διατρίβων λόγους τινὰς διαλεκτικοὺς
ἠρωτήθη πρὸς Στίλπωνος· καὶ μὴ δυνάμενος παραχρῆμα διαλύσα-
σθαι, ὑπὸ τοῦ βασιλέως τά τε ἄλλα ἐπετιμήθη καὶ δὴ καὶ Κρόνος
112
ἤκουσεν ἐν σκώμματος μέρει. ἐξελθὼν δὴ τοῦ συμποσίου καὶ
λόγον γράψας περὶ τοῦ προβλήματος ἀθυμίᾳ τὸν βίον κατέστρεψε.
καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς αὐτόν (App. Anth. vii. 19)·
Κρόνε Διόδωρε, τίς σε δαιμόνων κακῇ
ἀθυμίῃ ξυνείρυσεν,
ἵν' αὐτὸς αὑτὸν ἐμβάλῃς εἰς Τάρταρον
Στίλπωνος οὐ λύσας ἔπη
αἰνιγματώδη; τοιγὰρ εὑρέθης Κρόνος
ἔξωθε τοῦ ῥῶ κάππα τε.
Τῶν δ' ἀπ' Εὐκλείδου ἐστὶ καὶ Ἰχθύας Μετάλλου, ἀνὴρ
γενναῖος, πρὸς ὃν καὶ Διογένης ὁ κυνικὸς διάλογον πεποίηται·
Κλεινόμαχος θ' ὁ Θούριος, ὃς πρῶτος περὶ ἀξιωμάτων καὶ
κατηγορημάτων καὶ τῶν τοιούτων συνέγραψε· καὶ Στίλπων ὁ
Μεγαρεύς, διασημότατος φιλόσοφος, περὶ οὗ λεκτέον.
 
ΣΤΙΛΠΩΝ
113
Στίλπων Μεγαρεὺς τῆς Ἑλλάδος διήκουσε μὲν τῶν ἀπ' Εὐκλεί-
δου τινῶν· οἱ δὲ καὶ αὐτοῦ Εὐκλείδου ἀκοῦσαί φασιν αὐτόν, ἀλλὰ
καὶ Θρασυμάχου τοῦ Κορινθίου, ὃς ἦν Ἰχθύα γνώριμος, καθά
φησιν Ἡρακλείδης (FHG iii. 170). τοσοῦτον δ' εὑρεσιλογίᾳ
καὶ σοφιστείᾳ προῆγε τοὺς ἄλλους ὥστε μικροῦ δεῆσαι πᾶσαν τὴν
Ἑλλάδα ἀφορῶσαν εἰς αὐτὸν μεγαρίσαι. περὶ τούτου φησὶ
Φίλιππος ὁ Μεγαρικὸς κατὰ λέξιν οὕτω· "παρὰ μὲν γὰρ Θεο-
φράστου Μητρόδωρον τὸν θεωρηματικὸν καὶ Τιμαγόραν τὸν
Γελῶον ἀπέσπασεν, παρ' Ἀριστοτέλους δὲ τοῦ Κυρηναϊκοῦ Κλεί-
ταρχον καὶ Σιμμίαν· ἀπὸ δὲ τῶν διαλεκτικῶν Παιώνειον μὲν ἀπ'
Ἀριστείδου, Δίφιλον δὲ τὸν Βοσποριανὸν Εὐφάντου καὶ Μύρμηκα
τὸν Ἐξαινέτου παραγενομένους ὡς ἐλέγξοντας ἀμφοτέρους ζηλω-
114
τὰς ἔσχε." χωρὶς τοίνυν τούτων Φρασίδημον μὲν τὸν περι-
πατητικὸν καὶ φυσικῶν ἔμπειρον ὄντα προσηγάγετο, καὶ τὸν
ῥητορικὸν Ἄλκιμον, ἁπάντων πρωτεύοντα τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι
ῥητόρων, Κράτητά τε καὶ ἄλλους πλείστους ὅσους ἐθήρασεν· καὶ
δὴ καὶ Ζήνωνα τὸν Φοίνικα μετὰ τούτων ἀφείλετο.
Ἦν δὲ καὶ πολιτικώτατος.
Καὶ γυναῖκα ἠγάγετο· καὶ ἑταίρᾳ συνῆν Νικαρέτῃ, ὥς φησί
που καὶ Ὀνήτωρ. καὶ θυγατέρα ἀκόλαστον ἐγέννησεν, ἣν ἔγημε
γνώριμός τις αὐτοῦ Σιμμίας Συρακόσιος. ταύτης οὐ κατὰ τρόπον
βιούσης εἶπέ τις πρὸς τὸν Στίλπωνα ὡς καταισχύνοι αὐτόν· ὁ δέ,
"οὐ μᾶλλον," εἶπεν, "ἢ ἐγὼ ταύτην κοσμῶ."
115
Ἀπεδέχετο δ' αὐτόν, φασί, καὶ Πτολεμαῖος ὁ Σωτήρ. καὶ
ἐγκρατὴς Μεγάρων γενόμενος ἐδίδου τε ἀργύριον αὐτῷ καὶ
παρεκάλει εἰς Αἴγυπτον συμπλεῖν· ὁ δὲ μέτριον μέν τι τἀργυρι-
δίου προσήκατο, ἀρνησάμενος δὲ τὴν ὁδὸν μετῆλθεν εἰς Αἴγιναν,
ἕως ἐκεῖνος ἀπέπλευσεν. ἀλλὰ καὶ Δημήτριος ὁ Ἀντιγόνου κατα-
λαβὼν τὰ Μέγαρα τήν τε οἰκίαν αὐτῷ φυλαχθῆναι καὶ πάντα τὰ
ἁρπασθέντα προὐνόησεν ἀποδοθῆναι. ὅτε καὶ βουλομένῳ παρ'
αὐτοῦ τῶν ἀπολωλότων ἀναγραφὴν λαβεῖν ἔφη μηδὲν τῶν οἰκείων
ἀπολωλεκέναι· παιδείαν γὰρ μηδένα ἐξενηνοχέναι, τόν τε λόγον
ἔχειν καὶ τὴν ἐπιστήμην.
116
Καὶ αὐτῷ διαλεχθεὶς περὶ ἀνθρώπων εὐεργεσίας οὕτως εἷλεν
ὥστε προσέχειν αὐτῷ. τοῦτόν φασιν περὶ τῆς Ἀθηνᾶς τῆς τοῦ
Φειδίου τοιοῦτόν τινα λόγον ἐρωτῆσαι· "ἆρά γε ἡ τοῦ Διὸς
Ἀθηνᾶ θεός ἐστι;" φήσαντος δέ, "ναί," "αὕτη δέ γε," εἶπεν,
"οὐκ ἔστι Διός, ἀλλὰ Φειδίου·" συγχωρουμένου δέ, "οὐκ ἄρα,"
εἶπε, "θεός ἐστιν." ἐν ᾧ καὶ εἰς Ἄρειον πάγον προσκληθέντα μὴ
ἀρνήσασθαι, φάσκειν δ' ὀρθῶς διειλέχθαι· μὴ γὰρ εἶναι αὐτὴν
θεόν, ἀλλὰ θεάν· θεοὺς δὲ εἶναι τοὺς ἄρρενας. καὶ μέντοι τοὺς
Ἀρεοπαγίτας εὐθέως αὐτὸν κελεῦσαι τῆς πόλεως ἐξελθεῖν. ὅτε
καὶ Θεόδωρον τὸν ἐπίκλην θεὸν ἐπισκώπτοντα εἰπεῖν, "πόθεν δὲ
τοῦτ' ᾔδει Στίλπων; ἢ ἀνασύρας αὐτῆς τὸν κῆπον ἐθεάσατο;" ἦν
δ' ἀληθῶς οὗτος μὲν θρασύτατος· Στίλπων δὲ κομψότατος.
117
Κράτητος γοῦν αὐτὸν ἐρωτήσαντος εἰ οἱ θεοὶ χαίρουσι ταῖς
προσκυνήσεσι καὶ εὐχαῖς, φασὶν εἰπεῖν, "περὶ τούτων μὴ ἐρώτα,
ἀνόητε, ἐν ὁδῷ, ἀλλὰ μόνον." τὸ δ' αὐτὸ καὶ Βίωνα ἐρωτηθέντα
εἰ θεοί εἰσιν εἰπεῖν·
οὐκ ἀπ' ἐμοῦ σκεδάσεις ὄχλον, ταλαπείριε πρέσβυ;
Ἦν δ' οὖν ὁ Στίλπων καὶ ἀφελὴς καὶ ἀνεπίπλαστος πρός τε τὸν
ἰδιώτην εὔθετος. Κράτητος γοῦν ποτε τοῦ κυνικοῦ πρὸς μὲν τὸ
ἐρωτηθὲν οὐκ ἀποκριναμένου, ἀποπαρδόντος δέ, "ᾔδειν," ἔφη,
118
"ὡς πάντα μᾶλλον φθέγξῃ ἢ ἃ δεῖ." ἀλλὰ καὶ ἰσχάδα προτείναν-
τος αὐτῷ ποτε καὶ ἐρώτημα, δεξάμενον καταφαγεῖν· τοῦ δέ, "ὦ
Ἡράκλεις," εἰπόντος, "ἀπολώλεκα τὴν ἰσχάδα·" "οὐ μόνον,"
ἔφη, "ἀλλὰ καὶ τὸ ἐρώτημα, οὗ ἦν ἀρραβὼν ἡ ἰσχάς." πάλιν δὲ
ἰδὼν τὸν Κράτητα χειμῶνος συγκεκαυμένον, "ὦ Κράτης,"
ἔφη, "δοκεῖς μοι χρείαν ἔχειν ἱματίου καινοῦ." [ὅπερ ἦν νοῦ καὶ
ἱματίου.] καὶ τὸν ἀχθεσθέντα παρῳδῆσαι εἰς αὐτὸν οὕτω (Diels 1)·
καὶ μὴν Στίλπων' εἰσεῖδον χαλέπ' ἄλγε' ἔχοντα
ἐν Μεγάροις, ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς.
ἔνθα τ' ἐρίζεσκεν, πολλοὶ δ' ἀμφ' αὐτὸν ἑταῖροι·
τὴν δ' ἀρετὴν παρὰ γράμμα διώκοντες κατέτριβον.
119
Λέγεται δ' οὕτως Ἀθήνησιν ἐπιστρέψαι τοὺς ἀνθρώπους ὥστ'
ἀπὸ τῶν ἐργαστηρίων συνθεῖν ἵνα αὐτὸν θεάσαιντο. καί τινος
εἰπόντος, "Στίλπων, θαυμάζουσί σε ὡς θηρίον," "οὐ μὲν οὖν,"
εἰπεῖν, "ἀλλ' ὡς ἄνθρωπον ἀληθινόν." δεινὸς δ' ἄγαν ὢν ἐν τοῖς
ἐριστικοῖς ἀνῄρει καὶ τὰ εἴδη· καὶ ἔλεγε τὸν λέγοντα ἄνθρωπον
εἶναι μηδένα· οὔτε γὰρ τόνδε λέγειν οὔτε τόνδε. τί γὰρ μᾶλλον
τόνδε ἢ τόνδε; οὐδ' ἄρα τόνδε. καὶ πάλιν· τὸ λάχανον οὐκ ἔστι τὸ
δεικνύμενον· λάχανον μὲν γὰρ ἦν πρὸ μυρίων ἐτῶν· οὐκ ἄρα ἐστὶ
τοῦτο λάχανον. φασὶ δ' αὐτὸν ὁμιλοῦντα Κράτητι μεταξὺ σπεῦσαι
ἰχθῦς πρίασθαι· τοῦ δ' ἐπισπωμένου καὶ φάσκοντος, "καταλεί-
πεις τὸν λόγον;" "οὐκ ἔγωγε," ἔφη, "ἀλλὰ τὸν μὲν λόγον ἔχω,
σὲ δὲ καταλείπω· ὁ μὲν γὰρ λόγος περιμενεῖ, τὸ δ' ὄψον πεπρά-
σεται."
120
Φέρονται δ' αὐτοῦ διάλογοι ἐννέα ψυχροί· Μόσχος, Ἀρίστιππος
ἢ Καλλίας, Πτολεμαῖος, Χαιρεκράτης, Μητροκλῆς, Ἀναξιμένης,
Ἐπιγένης, Πρὸς τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα, Ἀριστοτέλης. τούτου
φησὶν Ἡρακλείδης (FHG iii. 170 sq.) καὶ τὸν Ζήνωνα ἀκοῦσαι
τὸν τῆς στοᾶς κτίστην. γηραιὸν δὲ τελευτῆσαί φησιν Ἕρμιππος
(FHG iii. 45), οἶνον προσενεγκάμενον ὅπως θᾶττον ἀποθάνῃ.
Ἔστι δὲ καὶ εἰς τοῦτον ἡμῶν (App. Anth. v. 42)·
τὸν Μεγαρέα Στίλπωνα, γιγνώσκεις δ' ἴσως,
γῆρας, ἔπειτα νόσος καθεῖλε, δύσμαχον ζυγόν·
ἀλλ' οἶνον εὗρε τῆς κακῆς συνωρίδος
φέρτερον ἡνίοχον· <χανδὸν> πιὼν γὰρ ἤλασεν.
προσεσκώφθη δὲ ὑπὸ Σωφίλου τοῦ κωμικοῦ ἐν δράματι Γάμῳ
(Meineke iv, p. 386)·
Στίλπωνός ἐστι βύσμαθ' ὁ Χαρίνου λόγος.



(Διογένης Λαέρτιος. ‘’Βίοι φιλοσόφων’’. Βιβλίο ΙΙ, 11. Ευκλείδης).


Βιβλιογραφία:
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ‘’ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ’’.  ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ. Άπαντα, τόμος 1, βιβλία 1-2. Εκδότης, Οδυσσέας Χατζόπουλος.
Ηλεκτρονική πηγή: http://www.scribd.com/doc/13283506/-I

Πηγή εικόνας: http://gossip247.gr/2012/10/h-dhmiourgia-tou-kosmou-kai-h-gennhsh-ths-filosofias/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου