Κατάλοιπο της παλαιοχριστιανικής πεντάκλιτης βασιλικής των Μεγάρων.
Μέρος ημικυκλικής αψίδας. Ι. Ναός Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. Μέγαρα.
Κίονας στο εσωτερικό του τάφου των Αγ. έξι Μαρτύρων. Ι.
Ναός Αγίων Έξι Μαρτύρων. Μέγαρα.
Δύο αμφικιονίσκοι παραθύρου με τα αντίστοιχα επιμήκη
επιθήματά τους (5ος αιώνας μ.Χ.), χωρίζουν τα δίλοβα παράθυρα στην αψίδα και
στο βορινό τοίχος του Ι. Ναού των Αγίων Έξι Μαρτύρων. Μέγαρα.
Η είσοδος του κιβωτιόσχημου τάφου εντός του Ι. Ναού των
Αγίων Έξι Μαρτύρων. Μέγαρα.
Μέρος κίονα με ιωνικό κιονόκρανο (γ' τέταρτο 5ου αιω.) ώς
βάση της αγίας Τράπεζας. Ι. Ναός Αγίων έξι Μαρτύρων. Μέγαρα.
Μας είναι άγνωστο (μέχρι σήμερα), πότε χρονικά διαδόθηκε
ο χριστιανισμός στη Μεγαρίδα. Τα ιστορικά εκκλησιαστικά αρχεία όμως, αρχίζουν
τις αναφορές για την επίσημη Επισκοπή Μεγάρων από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου
(324 μ.Χ).
Οι τέσσερεις περίλαμπρες και μεγάλες Βασιλικές
παλαιοχριστιανικές Εκκλησίες που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, κατά τις
διάφορες οικοδομικές εργασίες στη πόλη των Μεγάρων, μαρτυρούν πως η χριστιανική
κοινότητα στη Μεγαρίδα ήταν ακμάζουσα ήδη τον 4ον μ.Χ. αιώνα.
Οι αρχαιότερες Εκκλησίες που εντόπισε η αρχαιολογική
ανασκαφή στη πόλη των Μεγάρων είναι:
1.) Υπό τις αρχαιολογικές ανασκαφικές επιβλέψεις, του
αρχαιολόγου Π. Ζορίδη, βρέθηκε η παλαιοχριστιανική Βασιλική (κτίριο και Ιερό)
πάρα πολύ μεγάλων διαστάσεων του 5ου αιώνα, στη σημερινή οδός των Αγ. Τεσσάρων
Μαρτύρων, στο σημείο εκείνο όπου είχαν βρεθεί ο τάφος και τα λείψανα των Αγ.
Μαρτύρων το 1754 μ.Χ.
2.) Όταν χτιζόταν το πρώτο γυμνάσιο Μεγάρων (αρχές του
1926), βρέθηκε άλλη παλαιοχριστιανική, πάλι ρυθμού Βασιλικής νότια του περιβόλου
και που ο αρχαιολόγος Ι. Θρεψιάδης την τοποθέτησε στο β’ μισό του 4ου αιώνα.
3.) Στο πρόναο του Καθεδρικού Ναού της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου Μεγάρων, βρέθηκε Βασιλική του 4ου - 5ου αιώνα και τα δομικά της
στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για την ανοικοδόμηση του νέου Ναού των Αγίων Έξι
Μαρτύρων κατά τα τέλη του 1800.
4.)Ενώ μια άλλη περίλαμπρη παλαιοχριστιανική Βασιλική του
5ου αιώνα, βρέθηκε στην αρχή της οδού Σιφνιδών. Η Περιοχή παλαιότερα δε,
ονομαζόταν ‘’Παλαιοπαναγιά’’.
Και στα ιστορικά παλαιοχριστιανικά εκκλησιαστικά αρχεία,
υπάρχουν αναφορές για την Επισκοπή Μεγαρέων με τους άξιους και δραστήριους
Επισκόπους που το ποιμενικό τους έργο είναι πραγματικά αξιομνημόνευτο.
1.) Το 342 μ.Χ., στη Σύνοδο της Σαρδικής ο Επίσκοπος
Μεγαρέων εμφανίζεται για πρώτη φορά με την υπογραφή του στα πρακτικά της Συνόδου.
2.) Το 431 μ.Χ., στη Γ’ Οικουμενική Σύνοδο, ο Επίσκοπος
Μεγαρέων Νικίας, βρίσκεται στην Έφεσο και συμμετέχει στην αυτή Σύνοδο. Η Γ΄
Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε στην Έφεσο, στη βασιλική
της Θεοτόκου, από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’. Συμμετείχαν 200 επίσκοποι
(87ος υπογράφει τα πρακτικά ο Επίσκοπος Μεγάρων Νικίας), ανάμεσα στους οποίους
ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ως προεδρεύων. Καταδίκασε τις διδαχές
του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ο οποίος υπερτόνιζε την
ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε
τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Παρόλο αυτά η σύνοδος διακήρυξε ότι ο Ιησούς
είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και
απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο ‘’Θεοτόκος’’.
3.) Το 451 μ.Χ., στη Δ’ Οικουμενική Σύνοδο, πάλι ο
Επίσκοπος Μεγάρων Νικίας, υπό την Μητρόπολη Κορίνθου συμμετάσχει. Η Δ΄
Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Μαρκιανό και τη σύζυγό του,
Αυγούστα Πουλχερία το 451 στη Χαλκηδόνα. Αποτελούνταν από 650
επισκόπους (214ος υπογράφει ο Επίσκοπος Μεγαρέων Νικίας), όπου
καταπολέμησε τη διδασκαλία του Μονοφυσιτισμού, η οποία, με πρωτεργάτη τον
αρχιμανδρίτη Ευτυχή, δίδασκε ότι η θεία φύση του Χριστού απορρόφησε πλήρως
την ανθρώπινη. Το μεγαλύτερο μέρος των πιστών υιοθέτησε τις αποφάσεις της Δ΄
Οικουμενικής Συνόδου και αποδοκίμασε τις απόψεις του Μονοφυσιτισμού. Ένα άλλο
μέρος πιστών, οι οπαδοί του Μονοφυσιτισμού , δεν αναγνώρισαν αυτές τις
αποφάσεις και αποκόπηκαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
4.) Το 458 μ.Χ. οι Επίσκοποι που έλαβαν μέρος στη Δ’
Οικουμενική Σύνοδο στέλνουν επιστολή επικύρωσης στον αυτοκράτορα Λέοντα Α’,
υπέρ του κύρους της απόφασης της Συνόδου. Ο Επίσκοπος Μεγαρέων Νικίας υπογράφει
στη 73η θέση.
5.) Το 535 μ.Χ. η Επισκοπή Μεγαρέων υπάγεται πλέον στη
12η θέση της Μητροπόλεως των Αθηνών. Καθώς έτσι αναφέρεται στο ‘’Συνέκδημο’’
του Ιεροκλή του Βυζαντινού, που ήταν γεωγράφος και ιστορικός.
6.) Το 553 μ.Χ. στη Ε’ Οικουμενική Σύνοδο συμμετέχει ο
Επίσκοπος Μεγαρέων Διονύσιος. Η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος έλαβε χώρα από
τις 5 Μαΐου έως τις 21 Ιουνίου του 553 στην
Κωνσταντινούπολη με τη συμμετοχή 165 επισκόπων, (64ος υπογράφει τα πρακτικά, ο
Επίσκοπος Μεγαρέων Διονύσιος), υπό την προεδρία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ευτυχίου.
Την συγκάλεσαν ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ και η σύζυγός του, Αυτοκράτειρα
Θεοδώρα. Επαναβεβαίωσε τα ορθόδοξα δόγματα περί της Αγίας Τριάδας και του Ιησού
Χριστού και καταδίκασε πλήθος μη ορθοδόξων συγγραμμάτων καθώς και ορισμένους
συγγραφείς (Ευάγριο, Δίδυμο, Ωριγένη κ.α.).
7.) 733 μ.Χ. στους επισκοπικούς καταλόγους, ο Επίσκοπος
Μεγαρέων παραμένει υπό την Μητρόπολη Αθηνών.
Οι δύο παλαιοχριστιανικοί Ι. Ναοί-Μαρτύρια της
πόλης των Μεγάρων.
Στη θέση των τάφων είτε του τόπου που συνδεόταν με τη ζωή
ή το μαρτυρικό θάνατο κάποιου Αγίου προσώπου, κτίζονταν περικαλλείς Ναοί από
τον παλαιοχριστιανικό κόσμο. Τα Ιερά μνημεία αυτά, ονομαζόντουσαν μαρτύρια και
γινόντουσαν γρήγορα πόλος έλξης πλήθους πιστών. Τέτοια μαρτύρια εκτός αυτών που
συνδέονται με την επίγεια ζωή του Θεανθρώπου στο Ισραήλ, είναι του Αγίου Συμεών
του Στυλίτη και του Αγίου Σεργίου στη Συρία, της Ι. Μονής του Σινά, του Αγίου
Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη και της Αγίας Θέκλας στη Σελεύκεια. Τα Μέγαρα
ακολουθώντας τη τάση της παλαιοχριστιανικής περιόδου λάτρεψαν τους τοπικούς
Μάρτυρες και τους τίμησαν με ιδιαίτερα εντυπωσιακούς Ι. Ναούς από τα τέλη του
4ο αιώνα μ.Χ..
Στη πόλη των Μεγάρων έχουν επισημανθεί δύο σημαντικοί
παλαιοχριστιανική χώροι, οι οποίοι με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα των
εναπομεινάντων καταλοίπων μπορούν να αναχθούν στην σημαντικότερη περίοδο της
ιδιαίτερης ακμής της χριστιανικής τέχνης στον ελλαδικό χώρο κατά την
παλαιοχριστιανική περίοδο. Ανακαλύφθηκαν στα Μέγαρα δύο ναοί-μαρτύρια όπου σε
αυτά εναπόκειντο λείψανα των εννέα εκ των δέκα μαρτύρων, μια και το μαρτύριο
του δέκατου μάρτυρα, του Αγίου Σαράντη, βρισκόταν εκτός της πόλης.
Ο ένας Ναός- Μαρτύριο βρισκόταν στη θέση που σήμερα
υψώνεται ο σύγχρονος τρουλαίος Ναός των Αγίων έξι Μαρτύρων και που εντοπίστηκαν
να περικλείει δύο τάφους με τα Ιερά λείψανα των Άγιων πέντε Μαρτύρων. Ο πρώτος
τάφος βρίσκεται μέσα στο σημερινό Ναό, στη βορειοδυτική γωνία, και είναι
προσιτός με στενή κλίμακα. Έχει μήκος 1,10, πλάτος 0,65 και ύψος επάνω από την
επίχωση 1 μ. Πρόκειται για κιβωτιόσχημο σκαμμένο κατασκεύασμα, στο κατώτερο
γεμάτο επίχωση σήμερα, τμήμα του στο μαλακό βράχο. Το ανώτερο τμήμα του είναι
κτισμένο με αργολιθοδομή και αρκετά βήσσαλα σε ύψος 1μ. περίπου. Στη νότια
πλευρά ανοίγεται μικρό τετράπλευρο άνοιγμα. Εντός αυτού του τάφου βρέθηκαν τα
λείψανα των Αγίων Βασιλείου και Δημητρίου. Ο δεύτερος τάφος εντός του οποίου
βρέθηκαν τα λείψανα των υπολοίπων τριών Μαρτύρων, Σεραφείμ, Ιακώβου και
Δωροθέου (το σημαντικότερο λείψανο απ’ τους τρεις νεοφανείς Μάρτυρες, τούτου
του τάφου, ήταν η κάρα του Άγιου Μάρτυρα Ιακώβου που φυλάσσεται σήμερα στο
Μητροπολιτικό Ναό των Μεγάρων), βρίσκεται έξω από το σύγχρονο Ι. Ναό των Αγίων
Έξι, παρά τη νοτιοδυτική γωνιά, και επάνω του έχει κτιστεί μικρό προσκυνητάρι.
Και ο δεύτερος αυτός τάφος είναι προσβάσιμος με κλίμακα κι είναι περισσότερο
ευρύχωρος απ’ τον πρώτον 2,35 Χ 0,90 μ., και έχει ύψος 1,75 μ..Είναι δε
κτισμένος ολόκληρος με αργολιθοδομή και άφθονο ασβεστοκονίαμα με πολλά βήσσαλα.
Είχε πριν από τη τελευταία ‘’αυθαίρετη διαμόρφωση, τετράπλευρο άνοιγμα με εντόνως
επικλινές προς το εσωτερικό κατώφλι.
Τα σημαντικά αυτά ευρήματα (μαζί με σωρία άλλων στη
περιοχή των σύγχρονων Εκκλησιών: των Αγίων Τεσσάρων και Αγίων Έξι Μαρτύρων),
οδηγούν σε ασφαλέστερα συμπεράσματα για την ύπαρξη παλαιοχριστιανικού Ναού. Και
μάλιστα μιας ιδιαίτερα μεγάλης πεντάκλιτης βασιλικής με διάφορα προσκτίσματα(*)
η οποία κατελάμβανε μεγάλη έκταση, επάνω σε αρχαιότερα κτίσματα των παλαιών
Μεγάρων, δυτικά από το νεόδμητο Ναό των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων…
Σημείωση:
(*) Το τεράστιο αυτό προσκυνηματικό συγκρότημα, του
Ναού- Μαρτυρίου και των προκτισμάτων του, ιδρύθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του
4ου αιων. μ.Χ. και ήταν σε πλήρη ολοκλήρωση, μέχρι το δεύτερο μισό
του 5ου αιων.
Τα προσκτίσματα ήταν διάφοροι κοιτώνες, εστιατόρια και
διάφοροι άλλοι εμπορικοί χώροι που εξυπηρετούσαν το μεγάλο πλήθος πιστών που
έφθανε στη πόλη από μακρινά μέρη.
Βιβλιογραφία:
F. Cabrol – H. Leclereg ‘’Megare’’ Βιέννη 1976.
Σ. Ευστρατιάδης. ‘’Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας’’.
Αθήνα. 1995
Χρυσόστομος Α. Παπαδόπουλος. ‘’Οι νεομάρτυρες’’. Αθήναις
1970
Δελτίο της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρίας (ΧΑΕ).
Τόμος ΚΓ΄ (2002)
Παπαδόπουλος Χρυσόστομος, 'Ιστορία της Εκκλησίας της
Ελλάδος', εν Αθήναις 1920.
Vasiliev Α.Α., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,
τόμ. Α', Μπεργαδής, Αθήνα 1954.
"Οικουμενικαί Σύνοδοι", Θρησκευτική και
Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), Τόμ. 09, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1966.
Βασιλικοπούλου-Ιωαννίδου Αγνή, Η Βυζαντινή
Ιστοριογραφία (324-1204)-Σύντομη Επισκόπηση, Αθήνα 1982.
Σαββίδης Αλέξης, Τα Χρόνια Σχηματοποίησης του
Βυζαντίου, 284-518 μ.Χ., Ιστορικές Εκδόσεις Στέφανος Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα
1983.
‘’ΤΑ ΜΕΓΑΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΕΚΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ’’, Νομαρχιακή
Αυτοδιοίκηση Δυτικής Αττικής, Μάϊος 1998.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου